Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

ΑΡΕΘΟΥΣΑ.



      Η Κυριακή Χριστοδούλου είναι μια απλή φιλόλογος με μεταπτυχιακά στη Γαλλία, που αγαπά το λόγο κι όλες τις σημασίες που περικλείονται σ’ αυτόν. Γεννήθηκε στις 14 Απρίλη 1984 στη Λευκωσία. Ακούει, τραγουδά μουσική, διαβάζει σελίδες από βιβλία και περιοδικά, μιλά με τους ανθρώπους γύρω της, γράφει...

----------------------------------------------------------------
 Αλήθειες Μυστικές...
Μόνη ζω σε κάτι σπηλιές,
το άνοιγμά τους μικρό,
αλλά το βάθος τους μεγάλο.
Στο βράχο λαξευμένοι στίχοι
κι η φωνή να κεντάει μουσικές,
ψέλνει «πονάω, δεν μπορώ»
ψέλνει «αγαπάω, ευχαριστώ»
κι η ηχώ διαπεραστική ταξιδεύει
μέχρι να σβήσει στου Θεού τη γειτονιά...

Διαβάζω, Ακούω, Ταξιδεύω...

Σκόρπιες γραφές
αφήνουν τα σημάδια τους σιωπηλά,
χτίζουν ανθρώπους,
χαράσσουν ευθείες,
φυτεύουν συναισθήματα.
Κι εγώ συνεχίζω να διαβάζω...
Νότες γλυκές
σκαλίζουν τους κήπους της καρδιάς,
διώχνουν κακίες,
ζεσταίνουν το πνεύμα,
στήνουνε αγάλματα.
Κι εγώ συνεχίζω να ακούω...
Συνεχίζω να ταξιδεύω.
Συνεχίζω να προσεύχομαι.
Συνεχίζω να γεμίζω με όλα τούτα...

Ρυθμός - Αρμονία
Γράμματα, λέξεις, λογισμοί
όλα κινούνται ρυθμικά,
βαδίζουν ίσως φοβισμένα,
μα έχουν τα μάτια τους ψηλά.
Βήματα ισορροπημένα,
βήματα αρμονικά
μέσα στο χρόνο αφημένα
ζητούν ταυτότητα επιτακτικά.
Σύμβολα, νότες, καημοί
στις πέντε γραμμές επάνω
σμίγουν, χορεύουν με ρυθμό
κι όλο ανεβαίνουνε πιο πάνω.
Ακούσματα ισορροπημένα,
ακούσματα αρμονικά
μέσα στο Σύμπαν πεταμένα
ζητούν ψυχές να μπουν μέσα κρυφά. 
Άνθρωποι, πλούσιοι και φτωχοί
όνειρα φτιάχνουν μυθικά,
παλεύουν κρατώντας τα σφιχτά,
ζουν κι έχουν το χέρι στην καρδιά.
Βιώματα ισορροπημένα,
βιώματα αρμονικά
μέσα στο σώμα φυλαγμένα
του δίνουν χρώμα και φτερά.
Το ξαναλέω, με ρυθμό...
Να της ζωής το μυστικό,
για να υπάρχει στο νόημά της μελωδία!
Μια Νύχτα «Βροχερή»
Τρεμοπαίζει το δάκρυ μέσα στα μάτια
πίσω είναι ένα άλλο που σπρώχνει
πιο πίσω κι άλλο...
Ένα ένα γλιστρούν
και κάθε φορά
εύχεσαι να ‘ναι το τελευταίο.
Όμως δεν είναι...
Πάντα εμφανίζεται ένα άλλο
κι αυτό ταλαιπωρημένο
απ' τα σπρωξίματα κάποιου άλλου.
Και τα δάκρυα σε διασχίζουν ασταμάτητα...
Περίμενε λίγο ακόμα, περίμενε…
Θα φανεί και το τελευταίο. Δε θα φανεί;
Βλέπω σου μούσκεψαν για τα καλά το μαξιλάρι.

Και να που η «βροχή» σταμάτησε!
Κοιμήσου τώρα...

         Άτιτλο
Είναι πολύ σκληρός.
Είναι πολύ σκληρός αυτός ο πόνος!
Παρ’ τον Θεέ μου... Σου τον χαρίζω.
Ήταν η ψυχή μου γι’ αυτόν αναπαυτική πολυθρόνα.
Εκείνος όμως ένας κουραστικός επισκέπτης.
Παρ’ τον και πέταξε τον στα σκουπίδια.
Πρόσεξε!
Μη σου πέσει κατά λάθος και θρονιαστεί κάπου αλλού.
Μόνο στα σκουπίδια...
  Ένοχος
«Αιδώς Αργείοι» τραντάζει μέσα μια φωνή.
Γυμνός γυρεύω κάπου να κρυφτώ.
Δε λήστεψα, δε σκότωσα, δεν έκρινα.
Αλλά ποιος είπε πως μόνο αυτά σε ξεγυμνώνουν;
Ποιος είπε πως μόνο αυτά σε ξεφτελίζουν;
Πάλι το βράδυ δε θα κοιμηθώ.
Πάλι για μήνες δε θα μπορώ να ονειρευτώ...
-Μα τι συμβαίνει;
-Τι είναι αυτό που δεν αντέχεις;
Ήξερα πόσο ακριβό ήταν το τραγούδι μου
και το σκόρπισα...
Ήξερα πόσο ακριβή ήταν η ψυχή μου
και τη μάτωσα...
Αυτό!
  Θ' Αντέξω;
Δεν μπορώ μέσα μου να πιστέψω, πως αυτή η θλίψη θα μείνει εκεί αιώνια...
Πάει πολύς καιρός όμως που δε λέει να φύγει.
Κάποτε βέβαια βγαίνει έξω για μια βόλτα.
Είναι τόσο ανυπόφορη που ούτε και η ίδια αντέχει τον εαυτό της,
έτσι ένας περίπατος ίσως την ξεκουράζει κι αυτήν...
Πάντα όμως επιστρέφει...
Κι εγώ «ευγενική» και «φιλόξενη»,
πάντα της ανοίγω την πόρτα,
ανήμπορη να αντιδράσω αλλιώς.
Θέλω να φύγει.
Πρέπει να κάνω κάτι για να τη διώξω,
αλλά να μην επιστρέψει την επόμενη φορά.
Πες μου τί;

Τί κι αν έχει χρώμα γαλανό;
Τί κι αν είναι γκρίζα, εκείνο το γκρίζο το θολό;
Τί κι αν έχει όψη σκοτεινή;
Τί κι αν μ' ένα χαμόγελο με ξεγελά;
Τί κι αν μοιάζει με αϊτό;
Τί κι αν μοιάζει με σπουργίτη;
"Θλίψη" μου είπε πως τη λένε.
Θέλει κι αυτή λίγη συντροφιά...
Δε λέω... με κρατάει,
αλλά με πάει πού;
Κι όλο τη ρωτάω:
-Θ' αντέξω;

Υπομονή
Ύ πνος
Π υρωμένος
Ό νειρα
Μ οναχικά
Ο δύνη
Ν υχτερινή
Η μερησίως
Αλήθεια, γιατί τη λένε αρετή;
...

Όχι, δεν είναι αυτό υπο-μονή
Tης λείπει το χαμόγελο
εκείνο το καρτερικό.

Τώρα είναι απλά
μια στεγνή ανα-μονή.

Πάντα Βιαστικός
Πάντα βιάζεσαι να κλάψεις,
στα μαύρα ρούχα να ντυθείς.
Βιάζεσαι εσύ να ορίσεις
ποια θα 'ν' τα λόγια της επόμενης στιγμής.

Βιάζεσαι συχνά τα "θέλω" σου να πνίξεις,
χλωμός και κουρασμένος,
σα γερασμένος μίσχος να λυγίσεις.

Δεν περιμένεις να δεις τι κρύβει η σιωπή,
πως τυχερός και πάλι εσύ θ’ αρπάξεις το φλουρί!
Άλλοτε πάλι σπεύδεις να χαρείς.

Νομίζεις κάτι ωραίο αρχίζει,
βιάζεσαι να το γευτείς.
Κι όταν έρθει η ώρα 
ν' ανοίξει η Πανδώρα το κουτί
με δυσκολία αντέχεις
τη λύπη αυτή που θ’απλωθεί.

«Μη βιάζεσαι» στο λέω απλοϊκά.
Θα μπουν στην ώρα τους τελείες και θαυμαστικά.

Άσε Τη Μπόρα Να Περάσει

Πώς να δουλέψει ο χτίστης
όταν ο άνεμος φυσάει;
Πώς να φτιαχτεί το σπίτι
όταν η γη βροντοκοπάει;
Στάσου λοιπόν για λίγο ανθρωπάκο.
Άσε τη μπόρα να περάσει…
Δώσε της χρόνο ν’ ακουστεί,
να εκφραστεί και να φωνάξει.
Όπως το πλοίο
που αργεί να φτάσει στο λιμάνι
κι αυτή
πριν να κοπάσει ζητά να ξεθυμάνει.
Τα υλικά φυλάγονται.
Οι μηχανές σιωπούν.
Ψυχές και σώματα προσμένουνε,
ώσπου ξανά ν' αγωνιστούν

      Ησυχία

Μόνο στη σιωπή μπορώ να γράψω.
Μόνο στη σιωπή μπορώ να ρίξω πινελιές.
Μόνο στη σιωπή μπορώ να φτιάξω
πύργους ψηλούς κι αστροφεγγιές.

Τη μοναξιά μην τη φοβάσαι.
Εκεί είναι αρχόντισσα η σιωπή
που θα σε κάνει καλλιτέχνη,
επαναστάτη ποιητή.
Δε λησμονώ το θόρυβο της πόλης.
Κάθε άλλο...
Εκεί είναι αρχόντισσα η ζωή
που θα σου δώσει έμπνευση,
μια άλλη γαλήνη μυστική.

      Εν-όραση
Ψευδαισθήσεις, εμμονές
ακόμη και όνειρα ορθώνονται μπροστά,
σου κόβουν τη θέα...
Πώς να δεις τώρα καθαρά;
Η αλήθεια είναι καλά κρυμμένη!
Καν’ τα όλα σύννεφα.
Το νέφος εύκολα μπορείς να το διαπεράσεις.
Πού ξέρεις;
Στο δρόμο μπορεί και να εξανεμιστεί.
Κάνε γρήγορα. Η αλήθεια περιμένει.
Η όραση αίσθηση υψηλή.
Η εν-όραση όμως ύψιστη αρετή.

    Κύκλοι
Ήρθες κι εσύ ξαφνικά,
όχι τυχαία
κι ας σωριάζονται χάμω τα «γιατί»,
όχι μοιραία
αφού ήσουν δικιά μου επιλογή.

Κι εσύ ένας υπηρέτης του χιλιοειπωμένου αυτού ρητού:
«Άνοιξε ο κύκλος, έκλεισε, ας πάμε τώρα κάπου αλλού...»
Δεν έτυχε ν’ ακούσεις για εκείνους τους κύκλους τους χρυσούς
που ανοίγουν μα δεν κλείνουν
μήτε στους άγριους καιρούς.

Φύγε!
Φύγε μακριά…
να πάρουνε τη θέση σου
άλλα... αληθινά...

Άνθρωποι «Σιωπηλοί»
Παράξενοι αυτοί οι άνθρωποι.
Η αλήθεια τους κάπως στο βάθος στριμωγμένη,
πάντα θολή,
στη θέαση των ματιών μου μπερδεμένη.
Το κολύμπι στη θάλασσα τους επικίνδυνο.
Πού να πιαστώ;
Τί να κρατήσω για σωσίβιο;
Τους βλέπω στα μάτια,
αλλά και πάλι
κάθε μου σκέψη
μια αναπάντητη ερώτηση.
Καμία ασφάλεια.
Καμία σιγουριά.
Εμπιστοσύνης χρώμα πουθενά.
Δε λέω, η μυστική διάθεση γοητευτική.
Φτάνει όμως ποτέ στ’ αυτιά μου ακέραια
της ψυχής τους η φωνή;
Τί να πιστέψω
και τί ν' αφήσω να χαθεί;
Τί να φυλάξω
και τί να διώξω απ' το σακί;
Αυθόρμητα απλώνω εγώ το χέρι,
θέλω ν' ακούσω, να νοιαστώ.
Το καμπανάκι όμως χτυπάει
και φωνάζει μοναχά ν’ αφουγκραστώ...
   Δώρο Ακριβό
Λεν για τη φωνή της
είναι ωραία,
σαν δώρο τυλιγμένο στο κουτί,
πανάκριβη
και πώς να μην είναι;

Θεός την έχει χαρίσει!
Αλλά αυτή η φωνή
δεν τραγουδάει μονάχα...
Θυμωμένη ουρλιάζει.
Πικραμένη ειρωνεύεται.
Φοβισμένη αμύνεται,
μα τρέμει.

Κι η "τυχερή" εκείνη
που κάποτε είχε ανοίξει το κουτί,
να την ακούει δεν αντέχει.
Κι όμως...
Δε σταματά να την ξοδεύει
μ’ αυτό τον τρόπο
ανελέητα.

...

Φύλαξε κοριτσάκι την ακριβή φωνή σου,
σκόρπα μονάχα τη ζεστασιά της.
Η φασαρία μόνο φασαρία κάνει...

     Έμφυτα Χαρίσματα

Αυτά μόνο υπάρχουν μέσα μας,
εκείνα τα καλά που μας χαρίστηκαν,
εκείνα τα καλά που αυθόρμητα δουλεύουν.
Γιατί τα άλλα που αποκτήσαμε,
ή βάλαμε στόχο να κερδίσουμε
κάποια στιγμή θα κλονιστούν
Και ποιος αντέχει τη μυρωδιά του κλονισμού;


"Ευχαριστώ" Είπε Μια Φωνή...
Δεν έφυγε το ευχαριστώ,
ταλαντεύεται ακόμη σε κάποιων το λαρύγγι.
Δε σκούριασε από τον καιρό,
λάμπει ακόμη σαν κρυστάλλινο ποτήρι.
Είχα δει τα μάτια της καθώς μ’ αναζητούσε,
κάτι ήθελε να πει,
κανένας δισταγμός δεν την κρατούσε.
Και τότε με πλησίασε,
το χαμόγελο ήταν γλυκό.
Απλά με ευχαρίστησε
κι ήταν το ‘ευχαριστώ’ αληθινό.
Δεν ήταν ο λόγος της φανταχτερό στολίδι
που ίσως να με έσπρωχνε για υποκλίσεις στο σανίδι.
Δεν ήταν χειροκρότημα που ο ήχος του φαντάζει
και μέχρι να σβήσει, να χαθεί, γελαστός ο εγωισμός γιορτάζει.
Είπε μονάχα ευχαριστώ, για εκείνη τη σιωπηλή στιγμή
που ένα «τραγούδι» ζωντανό για λίγο της έδωσε πνοή.
    Νομίσματα

νόμισμα ~ νομίζω
Νομίζουν πως τα ξέρουν όλα και πως πάντα θα νικάνε.
Νομίζουν πως  λαμποκοπώντας το χρόνο μας θα κυβερνάνε.
Νομίζουν πως αξία σημαίνει αριθμός.
Νομίζουν πως  ο πλούσιος είναι ο ισχυρός.
Νομίζουν...
Ας τους πει κάποιος την αλήθεια,
πως όλα αυτά είναι παραμύθια!
Νόμισμα...
Ένα κούφιο μέταλλο είναι.
Θα επιπλεύσει αν το ρίξεις στο νερό.

    Ολιγάρκεια
Φωνάξτε, βρίστε, οργιστείτε,
χτυπήστε τα πόδια σας στο πάτωμα,
ρίξτε σαϊτιές, πύρινα βέλη,
σκίστε τετράδια, παρτιτούρες.
Κλάψτε με όλη σας τη δύναμη.
Κάποτε μια λέξη θα σας είναι αρκετή.
Ποιά; Η σιωπή...
Η Πίκρα Που Γίνεται Συγχώρεση
 
Μέρες τώρα πικραμένος
σαν τσακισμένο στάχυ.
Θέλεις να σβήσεις το άδικο
που σε βαράει στην πλάτη.

Πνιγμένος στο παράπονο
γυρεύεις τρόπους να αμυνθείς,
μα πίσω γυρνάει «μπούμερανγκ»
και πού να τρέξεις να κρυφτείς;
Σταμάτα λοιπόν!
Μην την χαϊδεύεις άλλο!
Το βλέπεις... σε στοιχειώνει.
Πώς πλάθουν το ζυμάρι και του αλλάζουν σχήμα;
Έτσι κι εσύ την πίκρα σου άλλαξε.
Καν' την "συγγνώμης" ποίημα.
Άνθρωποι Που Αγαπούν
-Υπάρχουν;
-Υπάρχουν κάπου, δε μπορεί...
Είναι εκείνοι που τολμούν.
Εκείνοι που κοιτάνε μέσα...
αλλά πρώτα έχουν κοιτάξει ψηλά!
Εκείνοι που τα μάτια ανοιγοκλείνουν
μπροστά στην ομορφιά,
μπροστά στην ασκήμια.
Ανοιγοκλείνουν τα μάτια
χωρίς να φοβηθούν...
Είναι εκείνοι που τραγουδούν,
αλλά δεν ξεχνούν τα λόγια.
Κι η φωνή τους σε ταξιδεύει
σ’ ένα κόσμο αλλιώτικο.
Σίγουρα υπάρχουν!
Φέρνω κάποιους στο μυαλό...

       Άτιτλο ΙΙ
Μια εικόνα χίλιες λέξεις.
Μια εικόνα χίλια ποιήματα.
Μια εικόνα χίλιες σκέψεις.
Μια εικόνα χίλια βήματα.
    Νηρηίδα Νύμφη
Κλείνω τα μάτια κι αρχίζω το υδάτινο ταξίδι.
Ρυάκια και πηγές με ξελογιάζουν
κι ας είναι το τραγούδι τους αλαργινό.
Δε μου φτάνει όμως το άκουσμα.
Ζητούν κι οι κόρες των ματιών παρηγοριά.
Είναι ωραία να βλέπεις το νερό...
Είναι ωραία να βλέπεις κάτι που συνέχεια κινείται.
Αυτό ζηλεύω πιο πολύ που συνέχεια κινείται.
Για λίγο στέκομαι στη γέφυρα
εκείνη την αγαπημένη
σκυφτή να βλέπω το ποτάμι
που στη ράχη των Άλπεων ανεβαίνει.
Θαύμα!
Η ώρα όμως πέρασε.
Η θάλασσα της Μεσογείου με περιμένει.
Θέλει κι αυτή κάτι να μου πει! 
  Μάθημα Μουσικής

Εμείς ψελλίζαμε τις νότες
και με το κύμα Εσύ κρατούσες το ίσο.
Ταβάνι του ωδείου ο ουρανός
κι o αέρας μαζί μας κοινωνός.
Πώς να συγκεντρωθώ εγώ στο μάθημα;  
Είναι κάποιες στιγμές μοναδικές
που κρύβουν μέσα τους αλήθειες μυστικές...


ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΑΠΛΟΙΚΟ & ΕΥΧΑΡΙΣΤΟ.


 Μάνος Χατζηδάκις: «Δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό κι ευχάριστο...», Τί είχε γράψει για τον Καλτεζά

Τρίτη, 23 Οκτώβριος 2012 18:26

 

  • ΠΗΓΗ : BLOKO.GR
Μάνος Χατζηδάκις: «Δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό κι ευχάριστο...», Τί είχε γράψει για τον Καλτεζά
Σαν σήμερα, γεννήθηκε ο Μάνος Χατζηδάκις, κατά πολλούς ο σημαντικότερος Έλληνας συνθέτης.   
Ένας φιλελεύθερος αστός, όπως αυτοπροσδιοριζόταν, δηλώνοντας ωστόσο ότι «καμία πολιτική σκοπιμότητα δεν θα με κάνει να πω το μαύρο-άσπρο και το άσπρο-μαύρο, συνεπώς δεν είμαι το κατάλληλο στοιχείο για συμπαράσταση σε οργανωμένες καταστάσεις».   «Είμαι ένα γέννημα δύο ανθρώπων που καθώς γνωρίζω δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ' την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι' αυτό και περιέχω μέσα μου χιλιάδες αντιθέσεις κι όλες τις δυσκολίες του Θεού.
 Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την λεγόμενη «ευρωπαϊκή», φέραν ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα», έγραψε ο ίδιος ο Μάνος Χατζηδάκις για τον εαυτό του.  
Γεννημένος στην Ξάνθη στις 23 Οκτωβρίου του 1925 και σε ηλικία 7 ετών, μετά το χωρισμό των γονιών του, έρχεται να ζήσει στην Αθήνα με τη μητέρα του, ενώ ήδη λαμβάνει μαθήματα μουσικής από τα τέσσερά του χρόνια. Στην Αθήνα συνεχίζει τις σπουδές του και γνωρίζεται με καλλιτέχνες και διανοούμενους όπως οι Ν. Γκάτσος, Γ. Σεφέρης, Ο. Ελύτης, Α. Σικελιανός και Γ. Τσαρούχης.   Το 1944 ο Μάνος Χατζιδάκις πραγματοποιεί την πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτης στο θέατρο, συμμετέχοντας στο έργο του Αλέξη Σολωμού «O Τελευταίος Ασπροκόρακας», στο θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Την επόμενη χρονιά συνθέτει την πρώτη του μουσική επένδυση για ταινία, για το κινηματογραφικό έργο «Αδούλωτοι Σκλάβοι».   
Τα επόμενα χρόνια, ο Χατζηδάκις εργάζεται σε θέατρο και κινηματογράφο και μέσα στη δεκαετία του 1950 παρουσιάζει τα πρώτα του μπαλέτα. Το 1960 κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού για τα «Παιδιά του Πειραιά», στην ταινία του Ζυλ Ντασσέν «Ποτέ την Κυριακή», με πρωταγωνίστρια την αγαπημένη του φίλη Μελίνα Μερκούρη. Tο τραγούδι αυτό συμπεριλαμβάνεται και στα δέκα εμπορικότερα τραγούδια του 20ού αιώνα αλλά ο ίδιος ο Χατζιδάκις, θεωρεί πως η ελαφρά μουσική του για τον κινηματογράφο του προσδίδει μια «ανεπιθύμητη λαϊκότητα» την οποία ο ίδιος απεχθάνεται και καταλήγει να αποκηρύξει μεγάλο μέρος της.   Τα επόμενα δυο χρόνια διατελεί διευθυντής της «Πειραματικής Ορχήστρας Αθηνών» την οποία ίδρυσε ο ίδιος.   
Το 1966 ο Ζυλ Ντασσέν, η Μελίνα Μερκούρη και ο Μάνος Χατζηδάκις βρίσκονται στην Αμερική για να ανεβάσουν τη θεατρική εκδοχή του «Ποτέ την Κυριακή» στο Μπρόντγουεϊ – και εκεί τους βρίσκουν τα νέα για το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. «Ούτε φοβάμαι τον τόπο μου ούτε την κυβέρνησή του κι ούτε έχω πάρει τη θέση του εξόριστου. Γνωρίζω καλά πως και ο Καραμανλής να ‘τανε στην Ελλάδα κυβερνήτης, εγώ θα ‘μουν εδώ που βρίσκομαι. Θέλω να καταλάβεις: Δεν μπορεί να υπάρχει συνέχειά μου στην Αθήνα (…) Καιρός πια να "παντρέψω" την ελληνική μου ουσία με το παγκόσμιο σήμερα, όπως ακριβώς υπάρχει στις μέρες μας και όχι να επαναλαμβάνω τα "γραφικά" στοιχεία της "μεγαλοφυΐας" μου (…) Δεν ζω την Αμερική τυχοδιωκτικά ή τουριστικά. Την ζω σαν Έλληνας με παράδοση όσο χιούμορ κι αν έχει στο μεταξύ αποκτήσει η φράση αυτή» γράφει ο ίδιος για τους λόγους που βρίσκεται στο εξωτερικό.   
Η στάση του πληγώνει την επιστήθια φίλη του Μελίνα Μερκούρη και για λίγα χρόνια δεν έχουν καμία επικοινωνία. Δυο χρόνια αργότερα, όμως, οι επιστολές του έχουν διαφορετικό ύφος: «Η απόφασή μου είναι να μην ξαναπατήσω στην Ελλάδα όσο θα υπάρχουν αυτοί οι αλήτες που κυβερνάνε σήμερα. Κάθε μέρα κι αποκαλύπτεται μια πιο εφιαλτική πραγματικότητα, που οι "κύριοι" αυτοί ανεξέλεγκτα επιβάλλουν». «Οι δίκες, οι ποινές που επιβάλλουν, τα γεγονότα της Κύπρου, η βαθιά ανηθικότητά τους, μ’ έχουν κάμει βαθιά απελπισμένο για το παρόν και το μέλλον της χώρας μας….Θα ησυχάσω μόνο σαν τους δω κρεμασμένους στο Σύνταγμα, τους σημερινούς παράγοντες και κυβερνήτες. Όχι μόνον τους Παπαδόπουλο και Σία, αλλά και όλα τα ανώνυμα ζωύφια που χρόνια τώρα και μ’ όλες τις καταστάσεις, κυβερνάν πραγματικά την χώρα. Γι’ αυτό και δεν υποστηρίζω θνησιγενείς αλλαγές. Γι’ αυτό και υπήρξα εναντίον κάθε "προοδευτικής" κινήσεως. Το κράτος δεν λειτουργούσε με προοδευτικές κυβερνήσεις. Γιατί είναι φτιαγμένο από χωροφύλακες. Με τον Παπαδόπουλο βρήκε την ταυτότητά του. Να μια ευκαιρία να ξεριζωθεί. Η Μόνη».  
Ο Μάνος Χατζηδάκις έχει χαρακτηριστεί ως «δεξιών» πολιτικών πεποιθήσεων, γεγονός στο οποίο συνέβαλε και η προσωπική φιλία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ωστόσο, ο μεγάλος καλλιτέχνης αποκαλεί τον εαυτό του «φιλελεύθερο αστό» και η στάση του προς πρόσωπα και καταστάσεις τον τοποθετεί πάνω από οποιοδήποτε στενόμυαλο χαρακτηρισμό. «Περιφρονώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα» γράφει ο ίδιος.   
«Από το '75 αρχίζει μια διάσημη εποχή μου που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε, υπαλληλική, που μ' έκανε ιδιαίτερα γνωστό σ' ένα μεγάλο και απληροφόρητο κοινό, βεβαίως ελληνικό, σαν άσπονδο εχθρό της ελληνικής μουσικής, των Ελλήνων μουσικών και της εξίσου ελληνικής κουλτούρας. Μέσα σ' αυτή την περίοδο και ύστερα από ένα ανεπιτυχές έμφραγμα στην καρδιά, προσπάθησα πάλι, ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω τις ακριβές καφενειακές μου ιδέες πότε στην ΕΡΤ και πότε στο υπουργείο Πολιτισμού, εννοώντας να επιβάλω τις απόψεις μου με δημοκρατικές διαδικασίες. Και οι δύο όμως τούτοι οργανισμοί σαθροί και διαβρωμένοι από τη γέννησή τους κατάφεραν να αντισταθούν επιτυχώς και, καθώς λεν, να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ' όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό γεννήθηκε το Τρίτο κι επιβλήθηκε στη χώρα».   
Επόμενο βήμα του Μάνου Χατζηδάκι, μετά το Τρίτο Πρόγραμμα που έγινε σημείο αναφοράς στο ελληνικό ραδιόφωνο, η «Ορχήστρα των Χρωμάτων» την οποία διευθύνει μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας 20 συναυλίες ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου. Όλα αυτά τα χρόνια το όνομά του δεν απουσιάζει από την ελληνική δισκογραφία, ενώ από τη μέρα του θανάτου του έως σήμερα, έχουν κυκλοφορήσει τουλάχιστον 19 δίσκοι με το όνομά του.  
Αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Μάνου Χατζηδάκι, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Το Τέταρτο» με αφορμή τα επεισόδια που έγιναν το Μάιο του 1986, λίγους μήνες μετά τη δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά από αστυνομικό.  
«Μια μωβ σκιά Μαΐου ξάπλωσε στον τόπο. Όσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους ενόχλησαν τους Έλληνες πολίτες και αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων, όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα-εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω, δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους.
Που δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ’ τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ως τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ως τον τυχαίο μοτοσικλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά. Εξύβριση αρχής – έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων. Χειροδικία κατά της αρχής – έτσι είθισται να αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου. Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του.
Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και, δυστυχώς, γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια – όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας. Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν’ αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, και επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη, με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι αναρχικοί, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών.
Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί με «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου… κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν… ανακαλύπτονται. Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ’ αφέλεια, σ’ όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δε συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος». (…) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό, τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ.»   
Ο Μάνος Χατζηδάκις έφυγε το 1994, αλλά είναι και πάλι τα δικά του λόγια που ταιριάζουν καλύτερα για να περιγράψουν την προσωπικότητα και το έργο του: «Δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό κι ευχάριστο σαν το τενεκεδένιο σήμα μιας πολιτικής παράταξης ή ενός αθλητικού συλλόγου. Δεν κολακεύει τις συνήθειές σας ούτε και διασκεδάζει την αμηχανία σας, την οικογενειακή σας πλήξη ή την ερωτική σας ανεπάρκεια. Δεν είναι το τραγούδι μου μονόφωνη αρτηρία ούτε μια πολυφωνική και λαϊκή υστερία. Είναι μια μυστική πηγή, μια στάση πρέπουσα και ηθική απέναντι στα ψεύδη του καιρού μας, ένα παιχνίδι ευφάνταστο μ' απρόβλεπτους κανόνες, μια μελωδία απρόσμενη που γίνεται δική σας, δεμένη αδιάσπαστα με άφθαρτες λέξεις ποιητικές και ξαναγεννημένες...».   
 
Πηγή:  tvxs
.

ΤΟ ΒΑΛΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Το βαλς της αγάπης      


Στίχοι:  
Κώστας Άγας
Μουσική:  
Κώστας Άγας




Σ' όσους η αγάπη
προσθέτει κάτι
ο κόσμος γίνεται μικρός
κι όλα δικά τους
μ' ένα άγγιγμά τους
τους τα χαρίζει ο Θεός.

Χωράφια ξένα
ευλογημένα
είναι γι' αυτούς που τα πονούν
χώμα και αίμα
σαν ζυμωμένα
μοιάζουν για κείνους που μοχθούν.

Για όσους το πάθος
μοιάζει με άνθος
μια μπίλια γίνεται η Γη
στα όνειρά τους
στα σωθικά τους
την κρύβουν πάντα με στοργή.

Ούτε πονάνε
σαν κουβαλάνε
της αδικίας το σταυρό.
Καρδιάς κομμάτια
γίνονται στάχυα
μέσα στης θλίψης τον αγρό.

ΛΥΤΡΩΣΗ.....


 Λύτρωση - Μπύρα - Bukowski


ΛΥΤΡΩΣΗ

Έπινε κρασί όλη νύχτα, τη νύχτα της 28ης
και τη σκεφτόταν συνεχώς:
πώς περπατούσε, πώς μιλούσε κι αγαπούσε,
πώς του ‘λεγε όλα όσα μοιάζαν γι’ αληθινά
κι όμως δεν ήταν. ‘Ηξερε
τα χρώματα των φορεμάτων της ένα προς ένα,
τα χρώματα των παπουτσιών της -
το ύψος, την καμπύλη του κάθε τακουνιού
σαν και το πόδι που είχε πια
στο σχήμα τους πλαστεί.
Όταν γύρισε στο σπίτι εκείνη έλειπε πάλι.
Θα ερχόταν, όπως πάντα, μ’ αυτή τη γνωστή μυρωδιά,
κι όντως
ήρθε στις 3 το πρωί
βρομώντας σαν γουρούνα,
κι εκείνος
άρπαξε το χασαπομάχαιρο,
κι εκείνη ούρλιαξε
κολλώντας στο ρημαγμένο τοίχο -
κάπως όμορφη ακόμη
παρ’ όλη την μπόχα των ερώτων,
κι εκείνος τέλειωσε το ποτήρι του.
Το κίτρινο φουστάνι.
Το αγαπημένο του κίτρινο φουστάνι,
κι εκείνη ούρλιαξε ξανά.
Σήκωσε το μαχαίρι,
έλυσε την ζώνη του,
έσκισε τα πανιά, κι εκεί
μπροστά της,
έκοψε τ’ αρχίδια του.
Τ’ άρπαξε στο χέρι
σαν βερύκοκα,
τα ‘ριξε στη λεκάνη του μπάνιου
και τράβηξε το καζανάκι.
Εκείνη συνέχισε να ουρλιάζει
καθώς το δωμάτιο κοκκίνιζε.
ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ; ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ; ΘΕΕ ΝΟΥ!
Κι εκείνος κάθισε κρατώντας 3 πετσέτες
ανάμεσα στα σκέλια του·
χωρίς να νοιάζεται αν θα φύγει,
αν θα μείνει,
αν φοράει πράσινα ή κίτρινα,
αν είναι καν ντυμένη.
Με το ένα χέρι να κρατά τις πετσέτες
και με το άλλο να βάζει
ακόμα ένα ποτηράκι.


ΜΠΥΡΑ
Ούτε που ξέρω πόσες μπύρες
έχω κατεβάσει
περιμένοντας να γίνει
κάτι της προκοπής.
Ούτε που ξέρω πόσο κρασί, πόσο ουίσκι,
πόση μπύρα
- μπύρα ιδίως -
έχω κατεβάσει.
Χωρίζοντας με γυναίκες,
περιμένοντας το χτύπημα του τηλεφώνου,
περιμένοντας τον ήχο βημάτων·
και το τηλέφωνο να μη χτυπά
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά
και τα βήματα να μη φτάνουν
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά.
Όταν κοντεύει το στομάχι να μου βγει
από το στόμα,
έρχονται, φρέσκιες-φρέσκιες, σαν ανοιξιάτικα λουλούδια:
“Μα τι στο διάολο έχεις πάθει;
Έτσι που έγινες θα κάνεις
τρεις μέρες να με γαμήσεις!”
Τα θηλυκά κρατιούνται καλά.
Ζουν επτάμισι χρόνια παραπάνω
από τ’ αρσενικά και πίνουν ελάχιστη μπύρα
μιας και ξέρουν πως κάνει κακό
στη σιλουέτα.
Την ώρα που εμείς τρελαινόμαστε,
εκείνες γυρίζουν,
γελώντας, χορεύοντας
με σκληροτράχηλους καμπόυδες.
Πάει καλά! Υπάρχει και η μπύρα.
Κάργα σακούλες μ’ άδεια μπουκάλια,
κι όταν τραβήξεις κανένα,
τ’ άλλα πέφτουν απ’ το βρεγμένο πάτο
της χαρτοσακούλας,
κατρακυλώντας,
χτυπώντας,
αδειάζοντας γκρίζες στάχτες, νοτισμένες,
κι αποπίματα.
Ή πάνε και πέφτουν στις 4 το πρωί,
κάνοντας το μόνον ήχο
της ζωής σου.
Μπύρα.
Θάλασσες, ποτάμια μπύρα.
Μπύρα, μπύρα, μπύρα.
Το ράδιο παίζει ερωτικά
τραγουδάκια
καθώς το τηλέφωνο σιωπαίνει ακόμα,
πάνω-κάτω
και παντού
μονάχα μπύρα

(Charles Bukowski - Η αγάπη είναι ένας σκύλος από την κόλαση. Μετάφραση ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ)


ο Tom Waits διαβάζει Bukowski



ο Λάκης Παπαδόπουλος μελοποιεί Bukowski





Απο τον δίσκο Άκυρο 1982

Ένα αποχαιρετιστήριο πράγμα καθώς ανάσαινε,
κατέβαινε στο χωλ με εσώρουχα
με μπογιατισμένο πρόσωπο σαν παλιάτσος,
μια βόμβα από τον Κολωνία
στη δεξιά του τσέπη
'μια εποχή στην Κόλαση' στην αριστερή,
λουρίδες ηλιοβασιλέματος σαν ίνες φλαμουριάς
εξαντλούσαν τα μπράτσα του.

Και τον βρήκανε το πρωϊ κρεμασμένο
στης εξόδου κινδύνου το παράθυρο
πρόσωπο παγωμένο και σβησμένο
σαν ηλεκτρική λάμπα

Και τα σπουργίτια ήταν κάτω στα θάμνα
και γνώριμα τα σπουργίτια
δεν τραγουδούν, βγάζουν ήχο και βγάζουν ήχο
και ... οι άνθρωποι
όχι τα σπουργίτια
τον κατέβασαν από τη σκάλα
σαν άχρηστη κουκουβάγια

     

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΒΡΕΘΗΚΑΝ.


Τετάρτη, 12 Οκτωβρίου 2011

Ποιήματα που βρέθηκαν - Charles Bukowski


ξέρω πως δεν θα έπρεπε να γράφω
τόσο πολλά ποιήματα αλλά
με διασκεδάζει και το ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ είναι πως
πληρώνομαι γι' αυτό.
ζω μόνος μου σε τούτο το μεγάλο
σπίτι με δυο γάτες (ήταν τρεις,
η μια πέθανε) εξάλλου,
ας είμαστε ρεαλιστές,
στην ηλικία μου μπορεί
κάλλιστα να πεθάνω
πάνω στο ξενύχτι
αφού θα έχω γράψει δέκα
έντεκα ποιήματα . κι εδώ
πέφτει το μεγάλο γέλιο: προτού
πέσω για ύπνο τακτοποιώ
τα καινούρια ποιήματα
στη γωνιά του γραφείου μου ούτως ώστε
όταν γίνει αβάσταχτη η βρώμα
κι αρχίσουν να παραπονιούνται
οι γείτονες ή όταν πάρει
τηλέφωνο η ερωμένη μου κι εγώ
δεν το σηκώσω μια, δεν το σηκώσω δυο, δεν το σηκώσω
τρεις...

να βρεθούν τα ποιήματα.
όχι πως ο θάνατος μου θα 'ναι τραγικός
ή ασήμαντος

(δεν θα βρίσκομαι καν
 εδώ)

αλλά τα ποιήματα
θα τους δείξουν

(σ' αυτούς τους γκρινιάρηδες
κακομοιριασμένους κριτικούς)

πως ήμουν καλός μέχρι τέλους

ή
ίσως
ακόμα
καλύτερος.


από τη συλλογή: να περιφέρεσαι στην τρέλα
εκδώσεις: ηλέκτρα
μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου

ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ.


Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου 2011

Επιτέλους - Μπουκόφσκι



Κάθομαι εδώ
μέσα στη μαύρη νύχτα
καθώς καταφθάνει ένα ακόμα ποίημα
και λέει: περίμενε, στάσου,
δες με να κόβω βόλτες όλο καμάρι
πάνω στη σελίδα γράμμα γράμμα
σαν τις γάτες σου
πάνω στο καπό του αυτοκινήτου σου.
δες με, να ‘μαι πάλι
στο δρόμο για το Μέξικο και Ιάβα
ή μέσα στο στομάχι σου.
περίμενε λίγο ακόμα
γι’ αυτό υπάρχουν κάτι τέτοιες νύχτες
για μένα
για να σε ελέγχω
να σε κρατάω αιχμάλωτο
εκεί μπροστά
εκεί στην οθόνη που αστραποβολά.
Θα κάνεις ό,τι θέλω εγώ
γιατί εγώ σε γράφω
όχι εσύ εμένα.
πάντα έτσι ήταν.
πάντα έτσι θα ‘ναι.
είμαι το τελευταίο ποίημα της νύχτας
κι ύστερα
όταν θα κοιμάσαι στο διπλανό δωμάτιο
μες το σκοτάδι
θα με ξεχάσεις
θα ξεχάσεις τα πάντα.
εσύ με το ηλίθιο στόμα σου ανοιχτό
θα ροχαλίζεις
θα κοιμάσαι βαριά
κι εγώ θα είμαι εκεί
θα περιμένω, αθάνατο
κι όταν πεθάνεις
και κοκκινίσει ο μαύρος ουρανός
για χάρη σου
-μια τελευταία φορά-
τα ηλίθια κόκαλά σου
δεν θα ‘ναι πια
παρά μονάχα σκόνη
ενώ εγώ θα συνεχίσω να ζω.



μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου
ποιητική συλλογή: Να περιφέρεσαι στην τρέλα
εκδόσεις: Ηλέκτρα


You might also like

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΓΛΥΤΩΣΕΙ.


Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου 2011

Κανείς δε θα γλιτώσει - Γώγου



Κανείς δεν θα γλιτώσει.
Κι αυτό το μακέλεμα δε θα 'χει
ούτε μισό μισοσβησμένο όχι.
Θα βουλιάζουμε - βουλιάζουμε -
κατακόρυφα με 300 και βάλε
σε συφιλιδικά νερά χωρίς τέλος
με αφορισμούς και χτυπήματα στο κεφάλι
απο διαμαντένιους σταυρούς τραβεστί πατέρων
γλείφοντας
υπογράφοντας
ικετεύοντας
και ουρλιάζοντας ξεφτιλισμένα ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ.



     

ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΩ


Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου 2011

Θέλω να κουβεντιάσω... Κατερίνα Γώγου






Θέλω να κουβεντιάσω σ' ένα καφενείο
που να 'χει πόρτα ανοιχτή
και να μην έχει θάλασσα
μονάχα άντρες άνεργους
σκόνη με ήλιο και σιωπή
να μπαίνει ο ήλιος στο κονιάκ
κι η σκόνη μαζί με τα τσιγάρα στα πλεμόνια μας
και ας μην πάρουμε και σήμερα βρε αδερφέ
προφύλαξη για την υγεία μας
κι ούτε να δίνεις συμβουλές
το πως το κατεβάζω έτσι
και πως σκορπιέμαι έτσι
και να αφήσεις ήσυχα στα μούτρα
τις μπογιές τις μύξες και τα κλάματα
να τρέξουνε.
Μονάχα να κοιτάζεις ήρεμα
τα νύχια τα μαλλιά μου και τα χρόνια
που 'ναι βρώμικα
και 'γω
να μη δίνω φράγκο για όλα αυτά.
Μόνο το κόμμα, το χριστουλάκο τους
γιατί δε φτιάχτηκε το κόμμα τόσα χρόνια
και 'συ να 'σαι φίλος. Φίλος-φίλος
έτσι όπως το λέει ο Καζαντζίδης
και το κονιάκ να 'ναι σκατά
και εργολάβος πουθενά δε φάνηκε
έχει δωμάτιο για παράνομους
πάνω απ' το καφενείο
θα σου τα ρίξω σε μια δόση
το συνηθίζω άμα μεθάω - έτσι για να σε λιανίσω -
να σε δω χωρίς βρακί να δούμε τι θα κάνεις
εσύ όμως λέει δεν θα 'σαι απ' αυτούς
θα σηκωθείς και θα χορέψεις παραγγελιά
...βεργούλες και με δείρανε...
και θα κρατάς στις χούφτες σου
μ' αγάπη και με προσοχή το μυαλό μου
είναι έτοιμο να διαλυθεί στα χίλια. Με πονάει.
Κι όταν
έρθουνε να σου πουν
εδώ δεν είναι
τόπος
και χρόνος
για τέτοια πράγματα
τράβηξε τη φαλτσέτα και θέρισε.
(Είχανε δίκιο οι Κοεμτζήδες.)

3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ Κ. ΓΩΓΟΥ.


Τετάρτη, 7 Σεπτεμβρίου 2011

3 ποιήματα της Κατερίνας Γώγου


Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι
μες τους ανθρώπους...
τα περίπτερα πως κρυώνουνε
απ΄τις βρεγμένες εφημερίδες
ο ουρανός
πως τρυπιέται στα καλώδια
και το τέλος της θάλασσας
από το βάρος των πλοίων
πόσο λυπημένες είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες
στο τελευταίο δρομολόγιο
και το λάθος εκείνου που κατέβηκε
στην πιό πρίν στάση
τα αφημένα ρούχα στο καθαριστήριο
και τη ντροπή σου
ύστερα από δύο χρόνια που βρήκες λεφτά
πως να τα ζητήσεις
πως τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά
μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή
από το στύλ της καρέκλας...


Η μοναξιά...
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοιδίσο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά
Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ΄ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γής - εδώ κοντά είναι η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει


Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου ‘χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
κι ούτε που θα σε ξαναδώ.


Κατερίνα Γώγου

TΤΟ ΕΛΙΞΙΡΙΟ ΕΡΩΤΑ.


operaΜε την εντυπωσιακή παράσταση «Το ελιξήριο του έρωτα» του Ντονιτσέτι συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά το βραβευμένο πρόγραμμα «Τhe Met:Live in H.D» στο Αχίλλειο , το Σάββατο 13 Οκτωβρίου .

Η παράσταση αυτή είναι η πρώτη από τις 12 παραγωγές που θα προβληθούν  τη φετεινή χρονιά.
«Το ελιξήριο του έρωτα», είναι η νέα παραγωγή του Bartlet Sher. Την ορχήστρα διευθύνει ο Maurizio Benini. H Anna Netrebko κάνει το ντεμπούτο της στη ΜΕΤ , υποδυόμενη το ρόλο της όμορφης και πλούσιας Αντίνα , ενώ ο Matthew Polenzani είναι ο Νεμορίνο, ο απλός χωρικός που την ερωτεύεται με πάθος.
















Η προπώληση των εισιτηρίων συνεχίζεται στο Κέντρο Νεότητας «Δίαυλος» από τις 10.00-14.00 και από 18.00-22.00 , και το Σάββατο από τις 11.00-13.00, καθώς και μία ώρα πριν την έναρξη στο ταμείο του Αχίλλειου.
Θα διατίθενται εισιτήρια των 20 και 15 ευρώ.
Αξίζει φυσικά να σημειωθεί , πως ο Βόλος κατατάχθηκε τρίτος στη σειρά , κατά τη διάρκεια της περυσινής σεζόν των προβολών, σύμφωνα με τον αριθμό προσέλευσης των θεατών και οι παραστάσεις προσείλκυσαν ένα συγκεκριμένο κοινό από το Βόλο και τις γειτονικές πόλεις , που φανατικά τις παρακολούθησε σχεδόν όλες , με sold out την πρώτη και την τελευταία όπερα.

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΠΕΡΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΛΟ



Ο έρωτας περνάει από τον... εγκέφαλο
Εκτύπωση

Δημοσίευση: 30-6-2009, 15:45 Τελευταία ανανέωση: 30-6-2009, 15:45
Επιμέλεια: Εύη Ελευθεριάδου
Τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες εκμεταλλεύονται αυτό το πανίσχυρο ερευνητικό εργαλείο για να μελετήσουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο σε περίοδο παθιασμένου έρωτα ή βαθιάς συντροφικής αγάπης.

Στο πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης οι ερευνητές έβαλαν στον τομογράφο νέους που βρίσκονταν στα πρώτα στάδια του έρωτα. Φωτογράφισαν τον εγκέφαλό τους την ώρα που έβλεπαν εικόνες των αγαπημένων τους. Τα τμήματα που ενεργοποιήθηκαν είναι αυτά που περιέχουν μεγάλες ποσότητες ντοπαμίνης, της ορμόνης που μας κάνει να αισθανόμαστε όμορφα.

Είναι η ίδια ορμόνη που εκκρίνει ο εγκέφαλος όταν το άτομο καπνίζει τσιγάρο ή παίρνει κοκαΐνη και θεωρείται η χημική ουσίακλειδί στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου, ένα δίκτυο που σχετίζεται με την ευχαρίστηση και τον εθισμό.

Οι διάφορες ορμόνες
Στο ίδιο εργαστήριο μπήκαν στο επιστημονικό μικροσκόπιο μεγαλύτεροι σε ηλικία εθελοντές που παραμένουν ερωτευμένοι ύστερα από δύο δεκαετίες γάμου. Πώς διαπιστώθηκε ότι λένε την αλήθεια; Ενεργοποιήθηκαν οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου άναψαν τα λαμπάκια τους όταν είδαν φωτογραφίες των συζύγων τους. Αλλά παρατηρήθηκε και μία σημαντική διαφορά: ενεργοποιήθηκαν τμήματα που περιέχουν άφθονη την ορμόνη ωκυτοκίνη, γνωστή και ως «ορμόνη της αγκαλιάς», δηλαδή την ουσία που βοηθά τις νέες μητέρες να παράγουν γάλα και να δεθούν με το μωρό τους.

Η ωκυτοκίνη εκκρίνεται και από τα δύο φύλα τη στιγμή του οργασμού, ενώ στα ζώα σχετίζεται με τη μονογαμία και την προσκόλληση σε έναν σύντροφο. Παρουσίασαν επίσης αυξημένη σεροτονίνη, την ορμόνη της ηρεμίας.

Οι επιστήμονες προσπαθούν να ερμηνεύσουν όλα αυτά τα ευρήματα και να μεταφράσουν τα συναισθήματα σε ηλεκτρικά σήματα και χημικές ουσίες. Μέχρι στιγμής, έχουν καταλήξει στο εξής σενάριο: η ντοπαμίνη παίζει σημαντικό ρόλο στον αρχικό ενθουσιασμό του έρωτα και η ωκυτοκίνη είναι το κλειδί για το επόμενο στάδιο της αγάπης. Από τη στιγμή που οι επιστήμονες κατανοήσουν πλήρως τη χημεία του έρωτα το σίγουρο είναι πως θα αναλάβουν δράση οι φαρμακευτικές εταιρείες, οι οποίες καραδοκούν στη γωνία περιμένοντας να εκμεταλλευτούν τα ευρήματα και να κατασκευάσουν φάρμακα που χειρίζονται αυτή τη διαδικασία.

Η αλήθεια είναι πως δεν είμαστε και τόσο σίγουροι ότι θέλουμε να φτάσει αυτή η στιγμή.

Πείραμα με σπρέι 
Τον ρόλο της ωκυτοκίνης ανέδειξε και μία ακόμα από τις πρόσφατες έρευνες, που βρήκε ότι η ορμόνη βοηθά τα ζευγάρια να τα βρίσκουν ευκολότερα μεταξύ τους και να λύνουν τις διαφορές τους. Συγκεκριμένα, Ελβετοί ερευνητές έδωσαν ένα ρινικό σπρέι σε 47 ζευγάρια.

Τα μισά δοκίμασαν σπρέι εμπλουτισμένο με ωκυτοκίνη. Στη συνέχεια, τα ζευγάρια συμμετείχαν σε έντονες συζητήσεις για θέματα που προκαλούσαν τριβή ανάμεσά τους. Όσοι είχαν πάρει το σπρέι με ωκυτοκίνη, ήταν πιο ήρεμοι και λιγότερο αρνητικοί. Επίσης, η ορμόνη αυτή συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες.

Τα φάρμακα
Ο νευροβιολόγος Λάρι Γιανγκ από το Πανεπιστήμιο Έμορι δημοσίευσε μία έρευνα στην επιθεώρηση «Νature», όπου ανέφερε ότι δεν αποκλείεται τα φάρμακα που δίνονται για τη θεραπεία της κατάθλιψης και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας να προκαλούν αλλαγές στη χημεία του εγκεφάλου.

Με αυτό τον τρόπο μπορεί να επηρεάζουν τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Το σίγουρο είναι πως το Βιάγκρα και το αντικαταθλιπτικό Πρόζακ επηρεάζουν το σύστημα της ωκυτοκίνης.

Στην έρευνα που έγινε στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, 10 γυναίκες και επτά άντρες που βρίσκονταν στο αρχικό στάδιο της σχέσης τους μπήκαν στον μαγνητικό τομογράφο, όπου τους έδειξαν φωτογραφίες των αγαπημένων τους και ενός ουδέτερου προσώπου.

Το κοιλιακό καλυπτρικό πεδίο, μία περιοχή του εγκεφάλου πλούσια σε ντοπαμίνη, «πήρε φωτιά» στη θέα του αγαπημένου τους, αλλά έμεινε απαθής στη θέα του ξένου. «Η ένταση της αντίδρασης του εγκεφάλου όταν είμαστε ερωτευμένοι δεν μοιάζει απλά με ένα συναίσθημα αλλά με το κυνήγι ενός στόχου όπως η ανάγκη για νερό ή τροφή», εξηγεί η νευρολόγος Λούζι Μπράουν, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

Σε ένα δεύτερο πείραμα, η ομάδα μελέτησε άτομα που τα είχαν απορρίψει οι αγαπημένοι τους.

Το εντυπωσιακό είναι ότι οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου παρέμειναν ενεργοποιημένες. Ίσως η απώλεια του έρωτα προκαλεί τα ίδια συμπτώματα που παρουσιάζει ένας εθισμένος στην κοκαΐνη ή το τσιγάρο όταν τα στερείται. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η Έλεν Φίσερ, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο Ράτγκερς και γνωστή από τις πρωτοποριακές της έρευνες για τον έρωτα.

Χημικές... ενώσεις για σωστό σύντροφο
Άραγε αν γνωρίζουμε τη χημεία του έρωτα μπορούμε να διαλέξουμε τον σωστό σύντροφο; Θετικά απαντά η Έλεν Φίσερ, που παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε ιστοσελίδες γνωριμών, όπως τα Μatch.com και Chemistry. com. Η ανθρωπολόγος πιστεύει ότι συγκεκριμένοι χαρακτήρες ανταποκρίνονται στην έκκριση ορμονών από το σώμα. Η ομάδα της εξετάζει δείγματα αίματος, ούρων και σιέλου για να το αποδείξει.

Για παράδειγμα, λέει ότι οι «εξερευνητές», δηλαδή οι δημιουργικοί άνθρωποι που τους αρέσει να παίρνουν ρίσκο, έχουν πιο δραστήριο σύστημα ντοπαμίνης καθώς και μίας άλλης ορμόνης, της νορεπινεφρίνης.

Σε έρευνα που έγινε σε 28.000 εθελοντές, η Φίσερ συνέθεσε το προφίλ του καθενός βάσει των απαντήσεών τους σε ερωτηματολόγιο. Διαχώρισε τους ανθρώπους σε κατηγορίες ανάλογα με την προσωπικότητά τους και κατέγραψε τα άτομα που τους ελκύουν σεξουαλικά.

Διαπίστωσε πως οι «εξερευνητές» έλκονται από τους ομοίους τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους λεγόμενους «οικοδόμους», δηλαδή τους πιο συμβατικούς, ήρεμους και ευσυνείδητους ανθρώπους. Αυτοί έχουν αυξημένα επίπεδα σεροτονίνης, της ορμόνης της ηρεμίας και έλκονται από άλλους «οικοδόμους».

Όσοι είναι «καθοδηγητές», αναλυτικοί και ισχυρογνώμονες, έχουν αυξημένη τεστοστερόνη και συνήθως έλκονται από το αντίθετό τους, τους «διαπραγματευτές», οι οποίοι έχουν περισσότερα οιστρογόνα και αυξημένη ωκυτοκίνη.

Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο

ΡΟΔΟ ΑΜΑΡΑΝΤΟ...!!!!!!!!!!!


Παρασκευή, Ιουλίου 01, 2005

Ρόδο αμάραντο




Το ρόδο είναι ένας σύντροφος στη ζωή που μας βοηθάει να αγαπήσουμε και να γνωρίσουμε τον κόσμο και εμάς.Υπερβολλές;

Καθόλου.Το άρωμα του ρόδου σε γιατρεύει από την θλίψη και την απογοήτευση.Σε γεμίζει όχι με την άγρια αισιοδοξία του περγαμόντου ή του λεμονιού, αλλά με την σιγουριά και την ωριμότητα μιας σκέψης σοφής και θετικής.

Μετά είναι και η ζωή του ρόδου που σε ταράζει και σου μαθαίνει πολλά.Εφήμερο.Μπορεί να καεί από τον ήλιο γρήγορα και να πεθάνει μέσα σε μια νύχτα.

Στην Αγγλία υπάρχουν όμορφα τριαντάφυλλα.Στην γειτονιά μου έχουμε από όλα τα χρώματα.Τις τελευταίες μέρες με τον άθλιο καιρό που έχουμε -μια ζέστη μια κρύο -έχουν κι αυτά μπερδευτεί.Είναι Ιούλιος ή Ιανουάριος;Γεννιούνται πάντως καθημερινά και απτόητα χαμογελούν με όλα τους τα ροδοπέταλα περιμένοντας το τίποτε.Το τίποτε για εμάς τους ανθρώπους.Για αυτούς αυτό είναι όλη τους η ζωή.

Το ρόδο αμάραντο είναι επιθετικός προσδιορισμός που έδωσε ο ποιητής στην Παναγία.Και υπάρχουν εικόνες με αυτό το όνομα.

Το τριαντάφυλλο έχει συνδεθεί με την γυναικεία ομορφιά,την θηλυκότητα και τον έρωτα.

Ας μην ξεχνάμε το Ροδο του Ισπαχάν.

Ο λαός συνδύασε το τριαντάφυλλο με το μήλο, λέγοντας: Μήλο μου κόκκινο ροδοβαμμένο.

Αλλού έχει πει: Ρόδα θα ρίξω στο γυαλό...

Στην Λογοτεχνία έχουμε τα ρόδινα ακρογυάλια για να ξεκουραζόμαστε και την ροδοδακτυλη αυγή για να ελπίζουμε.

Ο Λόρκα έγραψε το ποίημα τριαντάφυλλο για την Δόνια Ροζίτα που έμεινε γεροντοκόρη και έρημη.Η Νταντωνάκη το έζησε σαν τραγούδι που φτιάχτηκε από τον Χατζιδάκι.

Ο Σεφέρης έγραψε για το τριαντάφυλλο σε ένα από τα πρώτα του ποιήματα.Αναρωτιέται πού πήγε η μέρα η δίκοπη που'χε τα πάντα αλλάξει.Δεν θα βρεθεί ένας ποταμός να'ναι για μας πλωτός; Βλέπεις,προσμένουμε τον άγγελο σαν το πανάρχαιο δράμα,την ώρα που του δειλινού χανονται τα τριάνταφυλλα.

Ροδο άλικο του ανέμου και της μοίρας...

Το ροδόνερο κάνει καλό στο πρόσωπο και στα σπιτικά γλυκά: κουραμπιέδες,καλτσούνια,κλπ. Τα κάνει αεράτα,τα βάζεις στο στόμα σου και η μοσχοβολιά τους τα μετατρέπει σε κάτι πιο ωραίο από γλυκό-σαν να πετάνε δυο τρεις πόντους ψηλότερα από τα μελομακάρονα και τα παστέλια.

Υπάρχει και το γλυκό τριαντάφυλλο που είναι πολύ ωραίο και αρκετα υπερρεαλιστικό- για όσους ζουν την ποίηση- τρως ροδοπεταλα !

Τα αρώματα από τριαντάφυλλο είναι πολλά.Εμένα μου αρέσει το Δαμασκηνό Ρόδο αλλά δεν το έχω αγοράσει.Είναι και κάπως παράδοξο να πουλιούνται τα τριαντάφυλλα.

Τα χρώματα των ρόδων είναι όλα μαλακά και σαρκώδη.Όλα μου αρέσουν.Έχω και μια αδυναμία στα κίτρινα τριαντάφυλλα που από ανοησία κάποιοι λένε πως το κίτρινο είναι το χρώμα της ζήλιας.Της τελειότητας είναι, γιατί είναι το χρώμα του φωτός και επειδή το ζηλεύουμε το κακολογούμε.Τα κίτρινα τριαντάφυλλα είναι τέλεια.

Υπάρχει κι ένα τραγουδάκι-μοιάζει με Αττίκ- που λέει :

Μην μετανιώνεις αν έχεις κάνει λάθη
Αν πήρες λίγα κι αν έδωσες πολλά
Σε κάθε ρόδο υπάρχει κι ένα αγκάθι
Που κι αν πληγώνει πάντα μοσχοβολά.

Δηλαδή εμείς οι άνθρωποι μπλέκουμε το δούναι και λαβείν με τριαντάφυλλα.Αν πήρες λίγα, λέει το ρομαντικό τραγουδάκι και έδωσες πολλά-κοίτα και τα τριαντάφυλλα που έχουν ρόδα και αγκάθια!

Μα η τριανταφυλλιά ζει ευτυχισμένη μακριά από την ηθική των ρομαντικών που μοιάζει με κυνικότητα ντυμένη σε μετάξι ατλαζί.

Βάζουμε την τιμωρία -το κάρμα- την ενοχή- να μας κυβερνά και μετά μιλάμε για αγάπη!

Βλακεία.

Στην γειτονιά μου τα τριαντάφυλλα γεννιούνται όλο και πιο όμορφα και αμφιβάλλω εάν παίρνουν κάτι παραπάνω από τον κόσμο πέρα από το νερό και το οξυγόνο.

Και δίνουν πολλά περισσότερα.Κι ούτε κουβέντα για αγάπη και θυσίες.

ΡΟΔΟ ΑΜΑΡΑΝΤΟ.


Τετάρτη, 3 Οκτωβρίου 2012

Ρόδο μου Αμάραντο!


Το Άξιον Εστί.  ι’
Της αγάπης αίματα
με πορφύρωσαν
και χαρές ανίδωτες
με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά
των ανθρώπων
μακρινή Μητέρα
ρόδο μου αμάραντο
Στ' ανοιχτά του πέλαγου
με καρτέρεσαν
με μπομπάρδες τρικάταρτες
και μου ρίξανε
αμαρτία μου να 'χα
κι εγώ
μιαν αγάπη
μακρινή Μητέρα
ρόδο μου αμάραντο.
Τον Ιούλιο κάποτε
μισανοίξανε
τα μεγάλα μάτια της
μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια
στιγμή
να φωτίσουν
μακρινή Μητέρα
ρόδο μου αμάραντο.  
Κι από τότε γύρισαν
καταπάνω μου
των αιώνων όργητες
ξεφωνίζοντας
«Ο που σ' είδε, στο αίμα
να ζει
και στην πέτρα»
μακρινή Μητέρα
ρόδο μου αμάραντο.
Της πατρίδας μου πάλι
ομοιώθηκα
μες στις πέτρες άνθισα
και μεγάλωσα
των φονιάδων το αίμα
με φως
ξεπληρώνω
μακρινή Μητέρα
ρόδο μου αμάραντο.
Οδυσσέας Ελύτης, «Το Αξιον Εστί», Ι’