Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

νοτιοδυτικά της λείπεις...


Τα πρωινά ξυπνάω θαρρείς και σηκώνομαι από χειμερία νάρκη.
Με τα μάτια κλειστά σηκώνομαι, αρκουδίζοντας σαν μωρό που φοβάται να εξερευνήσει την καινούρια μέρα.
"Μη! Κακό" μου είπαν κάποτε φαίνεται με μεταλλική φωνή κι έτσι με κάθε βήμα λες και με χτυπούν χιλιάδες μικρές ηλεκτρικές εκκενώσεις.
Ανατριχιάζω.
Στον λαιμό μου κάθε πρωί σκαλωμένη μια πίκρα. Βήχω, ξεροβήχω μα δεν...
Είναι που μου λείπεις θαρρώ. Θαρρώ μα δεν έχω θάρρος να στο δείξω.
Άσε δε το να στο πω.
Περιφέρομαι μέσα στο σπίτι επιμένοντας να έχω κλειστά τα μάτια. 
Σκοντάφτω στα έπιπλα κι ο νεαρός πόνος του αναπάντεχου χτυπήματος - αλλά τόσο ηθελημένου - μοιάζει με έρωτα.
Το σκέφτομαι και τρελαίνομαι...
Φτιάχνω καφέ μ' ένα τσιγάρο κολλημένο στα χείλη. Πιο εύκολο αυτό.
Θα ήθελα να πω το όνομά σου μα αντί γι' αυτό καπνίζω. Δύσκολο! Δύσκολα όλα που γίνανε πια.
Είναι που μεγαλώνω; Αναρωτιέμαι πάλι.
Ανατριχιάζω.
Δοκιμάζω τη γεύση των γραμμάτων. Ανάμεικτα σύμφωνα, φωνήεντα και καφές μέτριος, πρωινός.
Το όνομά σου έχει την γεύση της βιασύνης. Και του μη χορτασμένου.
Ξέρω τη συνέχεια.
Θα ντυθώ και θα βγω στον δρόμο. Θα σε ψάχνω με το βλέμμα παντού. 
Οι περαστικοί με κοιτάζουν με μια μόνιμη απορία. 
Δεν έχουν συνηθίσει σ' αυτήν τη μορφή ελεημοσύνης.
Ούτε κι εγώ.
Κι ύστερα δουλειά. 
Πάλι θα σε ψάχνω. 
Μέσα στην τσέπη μου, στο γραφείο που βουλιάζει από χαρτιά, στις σκάλες που μου θυμίζουν ένα σιωπηλό, άλυτο σταυρόλεξο.
Στο σύννεφο που μπορεί να τρυπώσει απ' το παράθυρο του δευτέρου. 
Από 'κει συνήθως τρυπώνουν τα σύννεφα.
Έρχονται για λίγο, βιαστικά - η λέξη κλειδί είναι βιαστικά - σου ανακατεύουν τη ζωή, σε αναγκάζουν να μάθεις να πορεύεσαι με τη βροχή κι ύστερα μόλις την συνηθίσεις φεύγουν. Γαμημένα σύννεφα!
Ανατριχιάζω.
Χρόνια είχα να κρυώνω πάλι τόσο πολύ. 
Κι ήμουνα τόσο σίγουρος πως είχα μάθει πια καλά να κλειδώνω τα καλοκαίρια μου. 
Είχα ξεχάσει βλέπεις πως η ζωή κάνει κύκλους κι ανασαίνει και τους χειμώνες.
Και την ανάσα με τι τρόπο να καταφέρεις να την κλειδώσεις;
Είναι που μου λείπεις θαρρώ. Παράξενο ε; Ναι, σαν τις αμυγδαλιές ανθίζουν και τα παράξενα.
Καταχείμωνο και με μια κρυμμένη πίκρα στον ανθό τους. 
Αυτή που δεν θα γίνει καρπός ποτέ. Γιατί το τέλος της είναι προδιαγεγραμμένο.
  ...
 
Σαν τη φυγή σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου