|
Τραγωδία γοργόφτερη, αθώρητη συνάμαστη σκιά,στων ανωρίμων το βλέμμα,το πάχος του πλούτουστις ξέφρενες τις εξορμήσειςμισθώνοντας μισθωτούςαπρόσεχτους υπηρέτες,της χλιδής τους συνεργούςοδηγούς στη νύχτα.
|
Όργια γιορτών επίδειξης,παρθενικότητες αλαζονικέςσε κάστρα μηχανώνμε σάλπιγγες ηδονών του πλούτου,παρθενικότητες οργιαστικές,αποσκευές μικρών Νεμρωδίων-καζίνο, νυχτερινά, κοσμικά,ποταπά, χρηματικά και άλλα, και συνοδεία οι άκληροι, απρόσεχτοι μετανάστες.Καφκικοί ονειροβάτεςπλήθος μέγα, πλούτος μεθυσμένος,κινήσεις αφηρημένης γιορτής,θανάσιμη μελωδίαολάκερων των ανθρώπων,σύμβολα τρανταχτά κραταιάς αλαζονείας.Και το Παγόβουνο;Σιωπηλό με μικρά κυμάτιαθηρεύον το ηχηρό το κάστρο,κρυμμένο με βάθη φυσικάχωρίς επάρσεις ύψους,αοράτου, δαυιδικού μεγέθους,σ΄ αποστολήταπεινός της Γαίας Μετανάστης,απρόσωπο χωρίς ματαιοδοξίες,τα όνειρα των ανθρώπων θραύει,υπνωτισμένα απ΄τη γιορτή του μεγέθουςαπροετοίμαστα τα πλήθη,εφησυχασμένα όνειρακαταμεσής του Τραγικού Θεάτρου.'Ηρεμον ύδωραναμένον τις κρύπτες του Κάστρου της Γιορτής,πληρώνον τα κελλιά της διαφήμισηςαπ΄της κρούσης το τραύμα, όλης της ύπαρξής τους τα ύφαλαθραυσμένα εναγωνίωςκι ακόμη τα ανώγεια με ύβριν οργιάζουν.
Αγνοούμε τάχατες, οδοιπόροι,πως των αγέρωχων ιστίων,των μηχανών ο βρόντος,των μυαλών ο καλπασμόςστα ύφαλα βαστιέταιαναμένοντας του θανάτου το σημάδι;
Αργά στου θόρυβου τη μοίραη γιορτή τον πανικό σπέρνειπάλι με θόρυβο να κλείσειτ΄ανθρώπινο το δράμα.
|
Κι έπειτα...αχός και κλάμα ύστερο,μετά σιγή όπως και πρώτα,φόροι απ΄ όνειρα ανθρώπωνστου βυθού τα λιμάνια ταξιδεύουν δίχως συνοδούςσιωπηλάκι απάνω απ΄το ταξίδιγαλήνη άηχος,κύμα στην έκταση της υγρής ερήμουκαι το μεγάλο το πλεούμενοσυνεχίζει τ’ αληθινό ταξίδιδίχως όνειρα, ταπεινό στους απρόσεχτους,κραταιό στους προφήτες,παγόβουνο στα δρομολόγια της Γαίας,απείραχτο, ανωνύμως ένδοξο.
Ποιος το ταξίδι τούτο θα ιστορήσει;Ποιος στο παγόβουνο αυτό όνομα να δώσει μπορεί;Αν όλα τα παγόβουνα όνομα είχαν,αν όλα τα πλεούμενα μιλούσαν,αν όλα φανερωμένα ήταν,της Ομορφιάς Ηθοποιοί και Σκηνικά,τότε και του Τιτανικού του υπερωκεάνειουαλλοιώς θα ηχούσε το ταξίδι.Αν αληθινοί ονειροπόλοι στις κουπαστές με τον ανώνυμο τον κόσμο μιλούσαν,τότε του παγόβουνου τη θωριάθα τη σημείωναν σε ποίημα,μνήματος μνήμη δεν θάτανΔύο υπερωκεάνεια ταξιδεύαν.Το ‘να ονομαστό πρωτοσέλιδο,τ’ άλλο ανώνυμο.Μόνον οι ποιητές μπορούσαν να το βαφτίσουν,ήταν όμως απόντες.Αδυνατούσαν να βαφτίσουν μες στην οχλαλοή.Αλληγορία του Τιτανικούτων Ποιητών το ΄Εργο.
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου