Ανωνυμίας εγκώμιο
Robert Havell Snr, View of Westminster Abbey and St. Margaret’s Church
Μαρωνίτης Δημήτρης Ν., ΤΟ ΒΗΜΑ 13.1.12
Τις προάλλες (στην παρουσίαση της τελευταίας συλλογής του Τίτου Πατρίκιου, με τον παράδοξο τίτλο Σε βρίσκει η ποίηση, που βρήκε ήδη δίκαιη απήχηση) πήρα, μάλλον αδέξια, κι εγώ τον λόγο, για να υπογραμμίσω τον ακόσμητο τρόπο του ποιητικού λόγου στην προκειμένη περίπτωση. Συνδέοντας, κάπως αυθαίρετα, την ακόσμητη αυτή αρετή με την προτίμηση του Φουκώ για τα ανώνυμα ή τα ψευδώνυμα κείμενα. Ευκαιρία σήμερα (13 τρέχοντος μηνός της ομοιοτέλευτης νέας χρονιάς 2013) να επεξηγήσω την πιθανή παρεξήγηση, αντιγράφοντας αυτούσια τα λόγια του Φουκώ για το επίμαχο θέμα:
«Ο μόνος νόμος για το βιβλίο που θα ήθελα να θεσπιστεί είναι να απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί δύο φορές το όνομα του συγγραφέα, με την αναγνώριση επιπλέον του δικαιώματος στην ανωνυμία και στην ψευδωνυμία, έτσι ώστε κάθε βιβλίο να διαβάζεται γι’ αυτό που λέει. Υπάρχουν βέβαια βιβλία που δεν μπορείς να τα κατανοήσεις αν δεν γνωρίζεις το όνομα του συγγραφέα. Αλλά, αν εξαιρέσουμε ορισμένους μεγάλους συγγραφείς, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις αυτή η γνώση δεν προσφέρει απολύτως τίποτε. Λειτουργεί μόνο σαν παραπέτασμα. Για κάποιον, όπως εγώ, που δεν είμαι μεγάλος συγγραφέας, αλλά απλώς κάποιος που κατασκευάζει βιβλία, θα πρότεινα τα βιβλία να διαβάζονται με βάση αυτό που είναι, με τις ατέλειές τους και τις πιθανές αρετές τους» (Ετεροτοπίες, «Η αισθητική της ύπαρξης», εκδόσεις Πλέθρον, σελ. 254).
Ενδίδοντας στον προκείμενο πειρασμό, απογράφω εδώ, ανώνυμα και ασχολίαστα, κάποια μικροκείμενα που σχετίζονται, άμεσα ή έμμεσα, με τα έργα και τις ημέρες της λογοτεχνίας: δικά μας και ξένα, πρωτότυπα και μεταφρασμένα, πεζά και ποιητικά, ακαριαία ή εξηγητικά. Προδηλώνοντας μόνο τον μεσάζοντά τους: τον εκδότη της Στιγμής Αιμίλιο Καλιακάτσο, στον οποίο οφείλεται έτσι κι αλλιώς η επώνυμη προβολή τους (μιλάμε για είκοσι χρόνια πίσω!). Ζητούμενο είναι να φανεί αν και πώς διαβάζονται και προσλαμβάνονται δίχως το όνομα του συγγραφέα τα συγκεκριμένα παραθέματα, καταπώς προτείνει και ο Μισέλ Φουκώ.
- Η λογοτεχνία είναι ένα θρύψαλο. Ενα ελάχιστο απ’ ό,τι έχει συμβεί και ειπωθεί, γράφεται. Κι απ’ ό,τι γράφεται ένα ελάχιστο απομένει. // Το μόνο ελάττωμα που έχουν τα πολύ καλά κείμενα είναι ότι συνήθως γίνονται αιτία να γραφούν πολλά κακά ή μέτρια. // Εμαθα πως όποτε γράφει μια βιβλιοκριτική, έχει τις εντονότερες στύσεις. //Τη σήμερον ημέρα τρεις τελείες κι ένα ψέμα φτιάχνουν έναν συγγραφέα. ///
- Ημασταν εγώ και η θάλασσα. Και η θάλασσα ήταν μόνη κι εγώ μόνος. Ενας από τους δύο έλειπε. // Εκεί που όλοι ολοφύρονται, δεν ακούγεται κανένας θρήνος. // Η φωνή σου βραχνή σαν των ιερών ζώων / υποτάσσεται στο κυνηγητό της καρδιάς μου. // Εχτιζα το κεφάλι σου χιλιάδες μέρες / να εξέχει πάνω από την έρημο του καθημερινού θανάτου. // Πλατιά που ήταν η Σταδίου, / καθώς χωρούσε / το μεσημέρι εύχυμο / τον ανδρισμό σου / κι εμένα / πλάι σου βαδίζοντας / σε απόσταση / μιας ολόκληρης θλίψης. // Μη ξέροντας να θέλει, μη θέλοντας να ξέρει, / πήγε στις έξι. Στην έξη του σώματός του; Οχι ακριβώς. / Γιατί το είδε κρεμασμένο να κοιμάται όρθιο / μ’ εκείνη τη βραχνή φωνή που μετράει τον χρόνο. Τον χρόνο του; Οχι ακριβώς. / Λοιπόν στις έξι. ///
- Το νοικοκυριό φαίνεται μόνο όταν οι νοικοκύρηδες λείψουν και το σπίτι ερημώσει. Τότε ανοίγουν τα ντουλάπια μόνα τους και δείχνουν αμέτρητα κειμήλια της κάθε τελεσμένης μέρας και της ατέλεστης γιορτής. Αυτός είναι ο πλούτος και η εκδίκηση των φτωχών. Οι πλούσιοι δεν ξέρουν απ’ αυτά. ///
- Πράσινο δέντρο, στον ίσκιο μαύρος ο παιδικός φαλλός. // Πούπουλα πάνω στα λάχανα. / Ακούω από ψηλά τα χάχανα / των Χερουβείμ. Τις σάλπιγγες. Τα ωσαννά. // Δυο κληματόφυλλα οι παλάμες μου / κι ο πόθος μου ανθίζει / στην πιο βαθιά σου ρίζα. // Ενα κομμάτι ήλιος σε συνείδηση με λίγο βάθος. // Ο έρωτας συγκλόνισε τα σωθικά μου, / καθώς ο άνεμος που κατεβαίνει συγκλονίζει τις βαλανιδιές. ///
- Πιο παράξενη πραμάτεια από τα βιβλία δεν υπάρχει στον κόσμο. Τα τυπώνουν άνθρωποι που δεν τα καταλαβαίνουν. Τα πουλούνε άνθρωποι που δεν τα καταλαβαίνουν. Τα δένουν, τα βιβλιοκρίνουν και τα διαβάζουν άνθρωποι που δεν τα καταλαβαίνουν. Και τώρα τα γράφουν κιόλας άνθρωποι που δεν τα καταλαβαίνουν. // Είχε κι αυτό την επίδραση που συνήθως έχουν τα καλά βιβλία. Εκαμε τους χαζούς χαζότερους, τους φρόνιμους φρονιμότερους, και οι υπόλοιποι έμεναν ίδιοι. ///
- Ολα τα πράγματα προφέρουν λέξεις. //Λέξεις μέσα στις λέξεις. // Κουβάρι οι λέξεις και στα τεντωμένα νεύρα άφηναν οι αισθήσεις παράσιτα. /// Η μετάφραση (συνήθως πράξη ανακομιδής, σπανίως ανάστασης) χρειάζεται πολλά χέρια να τη σηκώσουν. ///
- Ποιος κατηγόρησε τα φυτά για πλήρη αφασία; πως δεν χαμογελούν, δεν χαϊδεύονται, δεν λεν ευχαριστώ. ///
ΥΓ.: Η επώνυμη παράθεση ανώνυμων κειμένων στην προκειμένη περίπτωση συνιστά προφανώς κραυγαλέα αντίφαση.
Robert Havell Snr, View on the Wharf, near Bolton Priory – No.1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου