Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Κοσμογονία


Κοσμογονία



Στην κάψα του ήλιου
οι αστραφτερές φτερούγες σκίζουν τον αέρα
χωρίς ανάσα 
βρίσκεις τόπο ν’ ανασάνεις ή έστω να σταθείς
και να στραφείς στη θάλασσα που ο ήλιος ρυτιδώνει
να τη δεις να χάνεται προς το βοριά
μέσα στη γαλάζια αμφιβολία του ορίζοντα
σκέφτεσαι
πως χρόνια πριν τα πλοία τράβηξαν βόρια 
προς το απέραντο γαλάζιο θάμπος
και σκέφτεσαι πως κάποτε στο σκότος των αιώνων
η θάλασσα ταράχτηκε
πως η στεριά ανασηκώθηκε
πως μαύρισε ο ουρανός
και μέσα στη μαύρη αυτή ομίχλη
οι γλάροι έκρωξαν
καθώς τα πούπουλα των άσπρων φτερών τους
μετατράπηκαν σε φλόγα
τεντώθηκε ο τρυφερός λαιμός
κι η τελευταία τους κραυγή
χανόταν στο γουργούρισμα του αίματος
μα αλλοίμονο!
αυτή η ύστατη θυσία ασήμαντη ήτανε
οι στάχτες τα θάψανε όλα
πόλεις βούλιαξαν κάτω απ’ τη θάλασσα
κάπου σε κάποιο χωράφι ξεροτράχαλο 
της γης του Προμηθέα
μάτια άνοιξαν δύσπιστα
είδαν πρώτα τον ουρανό

κοίταξαν πολύ
μα πόσα λίγα κατάλαβαν...

σαν στους αιώνες ανεμοδαρμένος στέκεσαι
σκέφτεσαι τους γυμνούς λαιμούς
που αδύναμοι στηρίζουν τ’ ορθάνοιχτο ράμφος
τον τυφλό πόθο για ζωή




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου