Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012
Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012
Αντρέι Ταρκόφσκι
Αντρέι Ταρκόφσκι
Για πόσα λάθη αχ ! να ξέρεις μετανιώνω
μέσα στα δάση από σημύδες σ`ανταμώνω,
να σ`έχω μάρτυρα σ`αυτή την περηφάνια
που ξεριζώνει της ζωής μου τα ζιζάνια
και μ`επιστρέφει σαν μωρό μέσα στο χρόνο
περνώντας μέσα από βροχή κι από τον πόνο.
Αντρέι, Αντρέι
μια φλόγα μόνο το σκοτάδι δεν το καίει.
Η λεύκα ρέει μια σκουροπράσινη
πληγή μες στο νερό.
Αντρέι,Αντρέι
ένας μουζίκος σιωπηλά τη νύχτα κλαίει
και τ`άλογο του με κρύο χνώτο
ζωγραφίζει το Χριστό.
Τώρα διακόσμηση στο θάνατο αλλάζω
ένα κλαδάκι γαλαξία μες το βάζο.
έσφαξε η μάνα μου ένα κόκορα για μένα
δαιμονισμένα τρέχαν μέσα της τρένα
κι αυτή μου σκέπαζε τα μάτια μην τρομάζω
τώρα κοιτάζω στον καθρέφτη και της μοιάζω.
μέσα στα δάση από σημύδες σ`ανταμώνω,
να σ`έχω μάρτυρα σ`αυτή την περηφάνια
που ξεριζώνει της ζωής μου τα ζιζάνια
και μ`επιστρέφει σαν μωρό μέσα στο χρόνο
περνώντας μέσα από βροχή κι από τον πόνο.
Αντρέι, Αντρέι
μια φλόγα μόνο το σκοτάδι δεν το καίει.
Η λεύκα ρέει μια σκουροπράσινη
πληγή μες στο νερό.
Αντρέι,Αντρέι
ένας μουζίκος σιωπηλά τη νύχτα κλαίει
και τ`άλογο του με κρύο χνώτο
ζωγραφίζει το Χριστό.
Τώρα διακόσμηση στο θάνατο αλλάζω
ένα κλαδάκι γαλαξία μες το βάζο.
έσφαξε η μάνα μου ένα κόκορα για μένα
δαιμονισμένα τρέχαν μέσα της τρένα
κι αυτή μου σκέπαζε τα μάτια μην τρομάζω
τώρα κοιτάζω στον καθρέφτη και της μοιάζω.
Ετικέτες
ΙΣΑΑΚ ΣΟΥΣΗΣ
Αναρτήθηκε από
Λευκοί Λύκοι
στ
Νότος - Ισαάκ Σούσης
Νότος - Ισαάκ Σούσης
Στίχοι: Ισαάκ Σούσης
Μουσική: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Eρμηνεία G.K.
Εκεί στο Νότο
που τρίζει ο θάνατος κι η αγάπη κάνει κρότο
σαν άδειο κάθισμα ταξίδεψα για χρόνια
ψάχνοντας να βρω το κατάλληλο κορμί
Εκεί στα φώτα
εύρισκε η νύχτα τα σημάδια της τα πρώτα
είχα ξεμείνει από τσιγάρα και συμπόνια
και συ με κέρασες καπνό μ΄ ένα φιλί
Ποια πόλη, ποια χώρα
ποια θάλασσα σε ταξιδεύει τώρα
σωπαίνεις, θυμάσαι
και μεθυσμένη μες τον ύπνο σου γελάς
Ποια πόλη, ποια χώρα
ποια θάλασσα σε ταξιδεύει τώρα
Εκεί στο Νότο
εκεί μου κλήρωσε ο έρωτας στο Λόττο
κουλουριασμένος σαν τη σαύρα στη σκιά του
σαν νόμισμα έπεφτα στο μαύρο σου βυθό
Χλωμά καντήλια
άναβε η φτώχεια σου τα τάιζε με ζήλεια
μα συλλαβίζαν σ΄ αγαπώ τα βογγητά σου
σαν ένα άρρωστο στην κούνια του μωρό
Maria Ioanna Mips
Daddy
Δεν κάνεις πια, δεν κάνεις πια
Παλιό παπούτσι
Που μέσα του σαν πόδι έχω ζήσει
Τριάντα χρόνια τώρα φτωχό και λευκό,
Τολμώντας μόλις να πάρω ανάσα ή να φταρνιστώ.
Έπρεπε να σε σκοτώσω, μπαμπά
Όμως προτού προλάβω είχες πεθάνει -
Μαρμάρινος, ένα τσουβάλι μπουκωμένο με Θεό,
Άγαλμα στοιχειωμένο με ένα γκρίζο δάχτυλο
Μεγάλο σαν φώκια του Φρίσκο
Και το κεφάλι μέσα στο φρικτό Ατλαντικό
Όπου βρέχει πράσινη βροχή στο κυανό
Πέρα από τα νερά του ωραίου Νουαζέτ.
Προσευχόμουν να σε ξαναβρώ.
Ach, du.
Στη γλώσσα τη γερμανική, σε μια πολωνική πολίχνη
Ισοπεδωμένη από τον οδοστρωτήρα
Πολέμων, πολέμων, πολέμων.
Μα το όνομα της πολίχνης είναι κοινό.
Ο Πολωνός μου φίλος
Λέει πως υπάρχουνε ντουζίνες, μια ή δυο.
Κι έτσι ποτέ δεν μπορούσα να πω
Πού πάτησες το πόδι σου, οι ρίζες σου πούθε κρατούν
Δε θα μπορέσω ποτέ να σου μιλήσω.
Η γλώσσα μου κολλάει στον ουρανίσκο.
Μαγκώνει σε μια ακάνθινη συρμάτινη παγίδα.
Ιch, ich, ich, ich,
Ήμουν σχεδόν χωρίς φωνή.
Και νόμιζα πως κάθε Γερμανός ήσουν εσύ.
Και η γλώσσα είναι αισχρή
Μια μηχανή, μια μηχανή
Που με μασούσε σαν Εβραίο.
Έναν Εβραίο στο Νταχάου, στο Άουσβιτς, στο Μπέλσεν.
Άρχισα σαν Εβραίος να μιλώ.
Νομίζω πως μπορεί να είμαι Εβραία.
Τα χιόνια του Τιρόλου, της Βιένης η διάφανη μπίρα
Δεν είναι τόσο αγνά κι αληθινά.
Με την τσιγγάνα προγονό μου και το κακό μου ριζικό
Και τα χαρτιά μου τα ταρό, και τα χαρτιά μου τα ταρό
Ίσως και να ‘μαι λιγάκι Εβραία.
Και ξέρεις, πάντα σε φοβόμουν
Με τη Luftwaffe σου και τα παράσημα σου.
Το τακτικό μουστάκι σου
Και τα αριά σου μάτια, γαλάζια φωτεινά.
Panzer-man, panzer-man, Ω εσύ —
Που Θεός δεν είσαι αλλά σβάστικα
Κατάμαυρη, που δεν τη διαπερνάει ο ουρανός.
Κάθε γυναίκα λατρεύει έναν φασίστα,
Την μπότα στα μούτρα, του κτήνους την καρδιά
Του κτήνους, ενός κτήνους σαν εσένα.
Σε ένα μαυροπίνακα στέκεσαι, μπαμπά,
Στη φωτογραφία που κρατώ,
Ένα σημάδι στο σαγόνι αντί στο πόδι,
Αλλά δεν είσαι λιγότερο διάβολος γι’ αυτό,
Όχι λιγότερο από το σκοτεινό άντρα
Που την όμορφη πορφυρή καρδιά μου έκοψε στα δυο.
Ήμουν δέκα χρονώ όταν σε βάλανε στον τάφο.
Και στα είκοσι προσπάθησα να σκοτωθώ
Για να σε ξαναβρώ, για να σε ξαναβρώ.
Μπορούσα ακόμα και στα κόκαλα σου να αρκεστώ.
Αλλά με έσυραν έξω από το λάκκο
Και με κόλλα με ένωσαν ξανά.
Τότε όμως τι να κάνω ήξερα πια.
Έφτιαξα λοιπόν ένα μοντέλο από σένα,
Έναν άντρα με μαύρα και ύφος Meinkampf
Κι έναν έρωτα τροχό μαρτυρίων.
Και είπα δέχομαι, δέχομαι.
Κι έτσι ξόφλησα, μπαμπά.
Το μαύρο τηλέφωνο ξεριζωμένο
,Και οι φωνές δε φτάνουν μέχρι εδώ.
Αν σκότωσα ένα αρσενικό, σκότωσα δυο -
Το βρικόλακα που έμοιαζε σε σένα
Και μου ‘πινε ολοχρονίς το αίμα,
Εφτά χρονιές, αν θες να ξέρεις.
Ησύχασε τώρα, μπαμπά.
Υπάρχει ένα παλούκι στη μαύρη σου καρδιά,
Και οι χωρικοί δε σε χώνεψαν ποτέ.
Χορεύουν τώρα και σε ποδοπατούν.
Ήξεραν πάντα ότι ήσουν εσύ.
Μπαμπά, μπαμπά, μπάσταρδε, με σένα έχω ξοφλήσει πια.
Sylvia Plath
Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012
Touch my soul, Love has a way, a feeling they say...
Touch my soul, Love has a way, a feeling they say...
Touch my soul
and fierce thy way
I´ll never live in darkness
again...
Touch my soul
Release me
I need you!
Touch my soul
Teach me to love
Love has a way
a feeling they say.
Touch my soul
Teach me, teach me
to love.
When silence will speak
I know you are near.
Haa, I need you
Haa, I need you
Haa, Haa, I need you
Haa, I need you, Haa
My hungry heart
needs some love
for going on
and living
My hungry heart
needs some touch
to realise
what love is.
Touch my soul
Teach me, teach me
to love.
When silence will speak
I know you are near.
My hungry heart
needs some love
for going on
and living
My hungry heart
needs some touch
to realise
what love is.
Touch my soul...
For those who know how to love.
For those who want to learn how to love.
Para aquellos que saben amar.
Para aquellos que quieren aprender a amar.
and fierce thy way
I´ll never live in darkness
again...
Touch my soul
Release me
I need you!
Touch my soul
Teach me to love
Love has a way
a feeling they say.
Touch my soul
Teach me, teach me
to love.
When silence will speak
I know you are near.
Haa, I need you
Haa, I need you
Haa, Haa, I need you
Haa, I need you, Haa
My hungry heart
needs some love
for going on
and living
My hungry heart
needs some touch
to realise
what love is.
Touch my soul
Teach me, teach me
to love.
When silence will speak
I know you are near.
My hungry heart
needs some love
for going on
and living
My hungry heart
needs some touch
to realise
what love is.
Touch my soul...
For those who know how to love.
For those who want to learn how to love.
Para aquellos que saben amar.
Para aquellos que quieren aprender a amar.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗ.
..Πως το βράδυ μονάχη μιλούσα Σαν να σ' είχα κοντά μου μαζί Κι όταν νύχτωσε 'κει που γυρνούσα Είπα να ζει κανείς η να μη ζει..
GreekRetro
"Παπαρούνα χαρωπή οι διαβάτες που διαβαίνουν
Σ' αγαπούνε μα σωπαίνουν και κανένας δεν θα σου πει
Παπαρούνα φλογερή παπαρούνα μυρωμένη"
Σ' αγαπούνε μα σωπαίνουν και κανένας δεν θα σου πει
Παπαρούνα φλογερή παπαρούνα μυρωμένη"
Δαυίδ Ναχμίας
εκπομπή ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ 2002
εκπομπή ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ 2002
Η Δανάη Στρατηγοπούλου,
τραγουδίστρια, μουσικός, συγγραφέας, καθηγήτρια της ελληνικής
λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Σαντιάγκο της Χιλής καθώς και φωνητικής
μουσικής σε πολλά ωδεία. Γεννήθηκε μεν στην Αθήνα στις 8 Φεβρουαρίου του
1913 (κατά άλλους 1911) αλλά τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε στη
Γαλλία (Παρίσι και Μασσαλία). Το 1935 πρωτοεμφανίζεται ως δημοσιογράφος
ενώ ένα χρόνο μετά το 1936 ασχολείται πλέον επαγγελματικά με το
καλλιτεχνικό της πάθος που ήταν το τραγούδι. Τη τέχνη του τραγουδιού
διδάχθηκε από την εξαίρετη τότε καλλιτέχνιδα Μάγγη Καρατζά. Έτσι
αργότερα συμμετέχει στη Μάντρα του Αττίκ με ίδιο καλλιτεχνικό όνομα
Δανάη όπου και διέπρεψε ως η καλλίτερη ερμηνεύτρια των αξιόλογων
συνθέσεων του Αττίκ και Χαιρόπουλου, αποδίδοντας επίσης με εξαιρετική
επιτυχία ελληνικά δημοτικά τραγούδια καθώς και ιδιότυπες ισπανικές
μελωδίες.
Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος η Δανάη κατέφυγε στα Τρίκαλα όπου και διέμενε η αδελφή της. Το 1946 βρίσκεται καθηγήτρια φωνητικής μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο Αθηνών και στη Δραματική Σχολή Ευγ. Χατζίσκου. Στην περίοδο της Χούντας διετέλεσε καθηγήτρια "τιμής ένεκεν" στην έδρα Ελληνικής Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο και κατά την περίοδο 1972-1973 τακτική έμμισθη καθηγήτρια στο αυτό Πανεπιστήμιο.
Είναι μέλος της Εταιρίας Στιχουργών και Μουσικοσυνθετών Ελλάδος, της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Επιτροπής Αλληλεγγύης με την Χιλή, του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών κ.ά. Επίσης η Δανάη έχει δώσει σειρά διαλέξεων σε Πανεπιστήμια της Χιλής καθώς και πολλά ρεσιτάλ με ελληνικά τραγούδια. Έχει τιμηθεί με πολλές καλλιτεχνικές διακρίσεις, επαίνους, δύο βραβεία για τους στίχους της καθώς και ειδικό βραβείο της Προεδρίας της Χιλής επί Αλλιέντε στο Φεστιβάλ του Χιλιανού ελαφρού τραγουδιού το 1972. Η Δανάη ομιλεί επίσης γαλλικά, ισπανικά και αγγλικά και είναι μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Διατηρεί δε άριστες σχέσεις με την Χιλιανή Πρεσβεία των Αθηνών.
Στο πλούσιο συγγραφικό της έργο ξεχωριστή θέση κατέχουν οι μεταφράσεις της, στίχων του Παύλου Νερούδα. Έχει εκδώσει πολλά βιβλία καθώς και τον δίσκο «Τα ποιο όμορφα τραγούδια του Αττίκ». Επίσης διατηρεί το ψευδώνυμο «Αργυρώ Καλιγά».
Υπεύθτνη εκπομπής: Δήμητρα Γκουντούνα. Καλλιτεχνικός σύμβουλος Αλέξης Κώστας. Τραγούδησε η Νένα Βενετσάνου Nena Venetsanou Έπαιξαν οι μουσικοί: μπάσο: Χάρης Μέρμιγκας Mermigas Mermingas. Βιολί: Λέιντα Ταχιράτζ Leida Tahiraj. Τσέλλο: Ρία Αναστασίου Ria Anastasiou. Κρουστά: Αλέξης Κώστας Alexis Kostas. Κιθάρα: Νίκος Μανιταράς Nikos Manitaras. πιάνο: Δαυίδ Ναχμίας. Μαντολίνο: Μιχάλης Σωτηράκης Mihalis Sotirakis
Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος η Δανάη κατέφυγε στα Τρίκαλα όπου και διέμενε η αδελφή της. Το 1946 βρίσκεται καθηγήτρια φωνητικής μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο Αθηνών και στη Δραματική Σχολή Ευγ. Χατζίσκου. Στην περίοδο της Χούντας διετέλεσε καθηγήτρια "τιμής ένεκεν" στην έδρα Ελληνικής Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο και κατά την περίοδο 1972-1973 τακτική έμμισθη καθηγήτρια στο αυτό Πανεπιστήμιο.
Είναι μέλος της Εταιρίας Στιχουργών και Μουσικοσυνθετών Ελλάδος, της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Επιτροπής Αλληλεγγύης με την Χιλή, του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών κ.ά. Επίσης η Δανάη έχει δώσει σειρά διαλέξεων σε Πανεπιστήμια της Χιλής καθώς και πολλά ρεσιτάλ με ελληνικά τραγούδια. Έχει τιμηθεί με πολλές καλλιτεχνικές διακρίσεις, επαίνους, δύο βραβεία για τους στίχους της καθώς και ειδικό βραβείο της Προεδρίας της Χιλής επί Αλλιέντε στο Φεστιβάλ του Χιλιανού ελαφρού τραγουδιού το 1972. Η Δανάη ομιλεί επίσης γαλλικά, ισπανικά και αγγλικά και είναι μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Διατηρεί δε άριστες σχέσεις με την Χιλιανή Πρεσβεία των Αθηνών.
Στο πλούσιο συγγραφικό της έργο ξεχωριστή θέση κατέχουν οι μεταφράσεις της, στίχων του Παύλου Νερούδα. Έχει εκδώσει πολλά βιβλία καθώς και τον δίσκο «Τα ποιο όμορφα τραγούδια του Αττίκ». Επίσης διατηρεί το ψευδώνυμο «Αργυρώ Καλιγά».
Υπεύθτνη εκπομπής: Δήμητρα Γκουντούνα. Καλλιτεχνικός σύμβουλος Αλέξης Κώστας. Τραγούδησε η Νένα Βενετσάνου Nena Venetsanou Έπαιξαν οι μουσικοί: μπάσο: Χάρης Μέρμιγκας Mermigas Mermingas. Βιολί: Λέιντα Ταχιράτζ Leida Tahiraj. Τσέλλο: Ρία Αναστασίου Ria Anastasiou. Κρουστά: Αλέξης Κώστας Alexis Kostas. Κιθάρα: Νίκος Μανιταράς Nikos Manitaras. πιάνο: Δαυίδ Ναχμίας. Μαντολίνο: Μιχάλης Σωτηράκης Mihalis Sotirakis
«Εβγα
Δανάη στη σκηνή/ με τη γλυκιά σου τη φωνή/ που τις καρδιές τυλίγει,/ με
δυο τραγούδια σου απαλά/ αλλιώτικα η ζωή κυλά/ και άλλα νιώθει ρίγη...», έλεγε ο θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Γιαννουκάκης (1938)
Στη «Μάντρα» του Αττίκ
Ηταν στα τέλη του 1935, όταν η Δανάη Στρατηγοπούλου βρίσκεται για πρώτη φορά μπροστά στον διάσημο πρωτεργάτη της θρυλικής «Μάντρας», τον Αττίκ. Η πρώτη ακρόαση τής δίνει το «διαβατήριο» για την έναρξη των εμφανίσεών της στη «Μάντρα», εκεί όπου χρίστηκε ως η ιδανική ερμηνεύτρια του ανεπανάληπτου Κλέονα Τριανταφύλλου (Αττίκ). «Ερμήνευα», αναφέρει η Δανάη, «τους εξαίσιους στίχους του Αττίκ - όπως και κάτι διαμάντια του Χαιρόπουλου - απλώς μελωδικά, αντί να τα λέω σε πρόζα. Ο Αττίκ ήξερε τι είδους φωνή θα χρησιμοποιούσα. Καταπληκτικές φωνές υπάρχουν πάντα και με διεθνή ακτινοβολία. Αλλά έλειπαν οι ερμηνευτικές ευαισθησίες». Γι' αυτό και ο Αττίκ, όταν έφτανε να αναγγείλει στο πρόγραμμα την Δανάη, αφού κοσμούσε με χίλια δυο στολίδια όλους τους καλλιτέχνες του, φώναζε μόνο μία και μόνη φρασούλα: «Και τώρα το βαρύ πυροβολικό της "Μάντρας", η Δανάη». Κι όπως έγραφε ο Αλέκος Λιδωρίκης, τον Απρίλιο του 1943: «Με την απλή μα ζεστή φωνή της, με την πολύτροπη ιδιοσυγκρασία της, με το μυστήριο της παιδιάστικα ανήσυχης ψυχής της, παρθενική και αμαρτωλή, ωραία και άσχημη, εύθυμη και μελαγχολική, αλλά ποτέ desperado είναι η Δανάη. Ποιος δεν την άκουσε, έστω και μια φορά στο "Θα ξανάρθεις, όσα χρόνια κι αν περάσουν θα ξανάρθεις...", στα τραγούδια του Αττίκ και του Λαλάκη Χαιρόπουλου; Ποιος δεν τη χάρηκε σαν Ανταλούζα, την αθάνατη Παλόμα, τη Μαδριλένα, τη Μαγιάρ, σε καντσονέτες σπανιόλικες, συναρπαστικές, που την απόδοσή τους θα ζήλευε ακόμη και αυτή η Ράκελ Μέλερ; Μα, πάνω απ' όλα, η Δανάη είναι Ρωμιά στη σκέψη, στην εκδήλωση, στους πόθους...».
Με το πέρασμα του χρόνου, η Δανάη έχει πλέον καθιερωθεί ως μεγάλη τραγουδίστρια, όχι μόνο στη «Μάντρα», αλλά και στη συνείδηση του κόσμου. Οπου κι αν τραγούδησε στη συνέχεια, σε θέατρα, σε κέντρα, γνωρίζει το θαυμασμό, τη λατρεία. Η ύπαρξή της - συνυφασμένη απόλυτα με τον πιστό, μελωδικό της σύντροφο, την κιθάρα της. «Θα σας παρουσιάσουμε τη Δανάη με την κιθάρα της», ήταν η φράση που ανακοίνωνε κάθε εμφάνισή της, σε κέντρο, σε ραδιόφωνο, σε θέατρο.
Με
τον πόλεμο του 1940, η Δανάη βρίσκεται στο δικό της χαράκωμα. Με τη
φωνή και την κιθάρα της, προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της ψυχής των
τραυματιών. Ανάμεσά τους και ο συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης.
«Από το πρωί μέχρι το βράδυ, γύριζα από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, από
κρεβάτι σε κρεβάτι, από τραυματία σε τραυματία. Ολομόναχη. Με την κιθάρα
και τον πατριωτικό μου πυρετό. Πόσα τραγούδια έλεγα κάθε μέρα; Πόσες
ώρες πετσόκοβα τα δάχτυλά μου στις χορδές της κιθάρας, ούτε που το
σκέφτηκα ποτέ μου. Ενα τραγούδι δεν αντικαθιστά ένα ακρωτηριασμένο
μέλος.... Η καλλιτέχνις δεν επιδένει πληγές, ούτε κάνει ενέσεις.
Προσφέρει το τραγούδι της, τη μουσική, ως αναισθητικό των πόνων και
βάλσαμο για τα ψυχικά τραύματα της νοσταλγίας και της αποθάρρυνσης».
Μετέχοντας στην Εθνική Αλληλεγγύη, η Δανάη δίνει το δικό της αγώνα κατά
των κατακτητών και μεταβάλλει την κιθάρα της σε όργανο «πολέμου». «Στη
σαρανταπεντάχρονη τραγουδιστική μου σταδιοδρομία», αναφέρει, «ποτέ
άλλοτε δε θυμάμαι να τραγούδησα σε τόσο ενθουσιώδες κοινό, όσο στην
Κατοχή. Βλήματα φονικά αποτελούσαν τα δημοτικά μας τραγούδια και οι
διφορούμενες μαντινάδες. Είδα νέους να ζητωκραυγάζουν στο άκουσμα των
κλέφτικων τραγουδιών μας. Ηλικιωμένους να κλαίνε από συγκίνηση με το "Ο
Γερο-Δήμος πέθανε, ο γερο-Δήμος πάει...". Μου φιλούσαν τα χέρια,
ζητούσαν περισσότερα τραγούδια, τα είχαν ανάγκη». Και παράλληλα,
αφοσιωμένη στην Εθνική Αντίσταση του λαού μας (στην Κατοχή, η Δανάη
κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο Ελένη Σοφιανοπούλου), αγωνιζόταν να
εξασφαλίσει λίγο φαγητό για τους πεινασμένους, να μεταφέρει ένα
πατριωτικό μήνυμα, να βοηθήσει κάποιον που κινδύνευε.Η
στάση της - ανυπότακτη και στους χώρους που εμφανιζόταν, καθώς δεν
παρέλειπε στα χρόνια που όλα τα πλάκωνε η σκλαβιά, μαζί με «τους
Χαιρόπουλους και τους Αττίκ» της, να ερμηνεύει και δημοτικά τραγούδια. Η
τόλμη της να τραγουδήσει τη «Σαμιώτισσα» το 1942, στο «Αλσος» όπου
εμφανιζόταν, τη φέρνει για μια ακόμη φορά αντιμέτωπη με τους κατακτητές.
Με την κατηγορία της υποδαύλισης επαναστατικών διαθέσεων, φυλακίζεται
από τους Γερμανούς και στη συνέχεια ζει την αγωνιώδη κούρσα της
καταδίωξής της. Στα χρόνια της Κατοχής, γνωρίζεται με τον ΕΑΜίτη
συναγωνιστή της Γιώργο Χαλκιαδάκη, τον οποίο παντρεύεται το 1945, αλλά
χάθηκε πρόωρα. Η μαχόμενη αγωνίστρια δε διώχτηκε μόνον από τους
Γερμανούς, καθώς η καταδίωξή της συνεχίστηκε και μεταπολεμικά από τα
Τάγματα Ασφαλείας. Ενα βράδυ στο «Αλσος» την κατέβασε κάτω μια
παρακρατική οργάνωση με τα πολυβόλα. «Μου είπαν, εσύ είσαι Βουλγάρα, δεν
πρέπει να τραγουδάς στην Ελλάδα». Με την ίδια λογική που της αποδόθηκε η
«βουλγαρική ιθαγένεια», έκλεισαν τότε για την Δανάη και οι δίαυλοι
επικοινωνίας της με το κοινό. «Με έκοψαν από το ραδιόφωνο, με έκοψαν από
παντού», αναφέρει.
Τον
Ιούλιο του 1965, η Δανάη φτάνει για πρώτη φορά στη Χιλή, όπου ζει η
αδελφή της Μίρκα. «Ηταν μοιραίο για μένα να βρεθώ εκεί, άλλαξε η ζωή
μου...», έλεγε χρόνια αργότερα, αναπολώντας τη Χιλή του Αλιέντε και του
Νερούδα, που πάντα ποθεί να ξαναδεί. Η γνωριμία της με τον Πάμπλο
Νερούδα και το μοναδικό πνεύμα του ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή της
Δανάης. «Με τη συνεργασία μας με τον Νερούδα», αναφέρει, «που
περιλάμβανε και ένα καταπληκτικό έργο που το θεωρώ άθλο, την επιτυχημένη
δηλαδή έκδοση ενός δίσκου με τραγούδια βασισμένα σε ποίηση Νερούδα και
σύνθεση δική μου, που τα τραγούδησα στα χιλιανά - και ήταν η πρώτη φορά
που μελοποιείτο ποίηση του Νερούδα - μου δόθηκε η ευκαιρία να τον
γνωρίσω καλύτερα σαν άνθρωπο». Η συνεργασία με τον κορυφαίο ποιητή έδωσε
στην Δανάη την ευκαιρία, την έμπνευση να προχωρήσει στις μεταφράσεις
του έργου του. Στο διάστημα της πρώτης εξάμηνης παραμονής της στη Χιλή
(περιμένοντας να γνωρίσει τον Νερούδα), η Δανάη τελειοποίησε τις γνώσεις
της στα ισπανικά και βοήθησε αποτελεσματικά τον σπουδαίο Χιλιανό
ελληνιστή Μιγέλ Καστίγιο Ντιντιέ να μεταφράσει στα Ισπανικά την
«Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη.Στο
ίδιο διάστημα πραγματοποιεί συναυλίες, μαγεύοντας Χιλιανούς,
Αργεντινούς και Περουβιανούς με τη φωνή της, ενώ μετέχει σε επιστημονική
ερευνητική αποστολή στη Γη του Πυρός και ασχολείται με τη Λαογραφία.
Τρεις μήνες μετά την επιστροφή της στην Αθήνα, η χούντα των
συνταγματαρχών γίνεται η αιτία να πάρει το δρόμο της αυτοεξορίας πλέον
στη Χιλή, όπου θα μείνει έξι χρόνια. Ζει στο ρυθμό της πνευματικής ζωής
της Χιλής και διορίζεται τακτική καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του
Σαντιάγκο, όπου διδάσκει στα ισπανικά Ελληνική Λαογραφία και Δημοτική
Ποίηση. Η Δανάη μεταφράζει το «Κάντο Χενεράλ» (11 τόμοι), που βραβεύεται
σε διεθνή διαγωνισμό της Λιψίας, μπολιάζοντας τα κείμενά του με
αποδόσεις που έχουν την προσωπική της σφραγίδα. Ακολουθεί ένας ποταμός
λογοτεχνικών, ποιητικών, λαογραφικών έργων και άρθρων της, που
προβάλλουν την Ελλάδα, όπως το «Cantos de los Griegos», που περιλαμβάνει
μεταφρασμένα στα ισπανικά γνωστά δημοτικά μας τραγούδια. Γίνεται μέλος
του «Κέντρου Βυζαντινών και Νεοελληνικών Μελετών», στο οποίο συμμετέχουν
συνάδελφοί της καθηγητές όπως οι Μιγέλ Καστίγιο, Εκτορ Χερέρα κ.ά.
Τρέφοντας απεριόριστο θαυμασμό για τον Νερούδα, τον «Ομηρο του 20ού αιώνα της αμερικάνικης κοσμογονίας» και την τέχνη του, η Δανάη αναφέρει μεταξύ άλλων: «Είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με τον κόσμο της δουλιάς, τον πάντα αδικημένο σ' αυτόν τον πλανήτη. Και όχι με λόγια. Είναι ο ποιητής, που η ποίησή του δεν είναι καμωμένη από λόγια, αλλά από έργα. Ο στίχος του είναι έργο - ποίημα. Το βλέπεις, το πιάνεις στη χούφτα σου, το ακουμπάς στην καρδιά σου κι ακούγεται διπλό τικ - τακ...». Αυτή τη μεγάλη ποίηση ακούμπησε στην καρδιά της η Δανάη, αφουγκράστηκε την ομορφιά και το μεγαλείο της και την έφερε κοντά στον ελληνικό λαό μέσα από σπουδαίες μεταφράσεις. Η ελληνική ευαισθησία της έσμιξε «με τον αντρίκειο χιλιανό λόγο και γέννησε στα Γράμματά μας τον Ελληνα Νερούδα» όπως έγραφε ο Γιάννης Ρίτσος, αναφερόμενος στο μεταφραστικό έργο της. Η Δανάη, ζώντας στη Χιλή τις μέρες της ανάτασης του 1970, τότε που εκλέχτηκε Πρόεδρος ο Αλιέντε, αναπολεί: «Η συγκίνησή μου δεν περιγράφεται, όταν σε λίγο χρόνο από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Πρόεδρος Σαλβατόρ Αλιέντε απευθύνει προσκλητήριο πρόσταγμα στα πέρατα του κόσμου. "Ελάτε να δείτε τι έχουμε καταφέρει στη Χιλή". Προσωπικότητες από όλο τον κόσμο συρρέουν στην πρωτεύουσα του Σαντιάγο... Στη μεγάλη εκδήλωση που ακολούθησε αυτό το προσκλητήριο, στο Δημοτικό Θέατρο της Χιλής, μπροστά σε προσωπικότητες διεθνούς κύρους και μυριάδες κόσμου, ήμουνα η επίσημη διερμηνέας στα ισπανικά». Το πραξικόπημα της στρατιωτικής χούντας του Πινοτσέτ, ο βίαιος θάνατος του Αλιέντε και λίγο μετά του Νερούδα οδηγούν την Δανάη και πάλι στην Ελλάδα, μετά από εξάχρονη απουσία. Ομως, η Χιλή, ο λαός της, η ποίησή της πάντοτε τη συνοδεύουν. Εξάλλου, όπως λέει, «η Χιλή έγινε η δεύτερη πατρίδα μου. Και, βέβαια, ο Πάμπλο Νερούδα έγινε ο αγαπημένος μου φίλος. Ως την ώρα που κι εκεί τα τανκς ισοπέδωσαν τη Χιλή και τον Νερούδα». Η βράβευσή της με το παράσημο Orden Libertador Bernardo O' Higgins της Δημοκρατίας της Χιλής - απονέμεται σε εξέχουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων, Τεχνών και Πολιτικής - είναι το «ευχαριστώ» του χιλιανού λαού για την προσφορά στον πολιτισμό τους, για τη διάδοση του έργου του Νερούδα, αλλά και της Γαβριέλας Μιστράλ, της Χιλιανής ποιήτριας που επίσης βραβεύτηκε με Νόμπελ.
www.rizospastis.gr
Στη «Μάντρα» του Αττίκ
Ηταν στα τέλη του 1935, όταν η Δανάη Στρατηγοπούλου βρίσκεται για πρώτη φορά μπροστά στον διάσημο πρωτεργάτη της θρυλικής «Μάντρας», τον Αττίκ. Η πρώτη ακρόαση τής δίνει το «διαβατήριο» για την έναρξη των εμφανίσεών της στη «Μάντρα», εκεί όπου χρίστηκε ως η ιδανική ερμηνεύτρια του ανεπανάληπτου Κλέονα Τριανταφύλλου (Αττίκ). «Ερμήνευα», αναφέρει η Δανάη, «τους εξαίσιους στίχους του Αττίκ - όπως και κάτι διαμάντια του Χαιρόπουλου - απλώς μελωδικά, αντί να τα λέω σε πρόζα. Ο Αττίκ ήξερε τι είδους φωνή θα χρησιμοποιούσα. Καταπληκτικές φωνές υπάρχουν πάντα και με διεθνή ακτινοβολία. Αλλά έλειπαν οι ερμηνευτικές ευαισθησίες». Γι' αυτό και ο Αττίκ, όταν έφτανε να αναγγείλει στο πρόγραμμα την Δανάη, αφού κοσμούσε με χίλια δυο στολίδια όλους τους καλλιτέχνες του, φώναζε μόνο μία και μόνη φρασούλα: «Και τώρα το βαρύ πυροβολικό της "Μάντρας", η Δανάη». Κι όπως έγραφε ο Αλέκος Λιδωρίκης, τον Απρίλιο του 1943: «Με την απλή μα ζεστή φωνή της, με την πολύτροπη ιδιοσυγκρασία της, με το μυστήριο της παιδιάστικα ανήσυχης ψυχής της, παρθενική και αμαρτωλή, ωραία και άσχημη, εύθυμη και μελαγχολική, αλλά ποτέ desperado είναι η Δανάη. Ποιος δεν την άκουσε, έστω και μια φορά στο "Θα ξανάρθεις, όσα χρόνια κι αν περάσουν θα ξανάρθεις...", στα τραγούδια του Αττίκ και του Λαλάκη Χαιρόπουλου; Ποιος δεν τη χάρηκε σαν Ανταλούζα, την αθάνατη Παλόμα, τη Μαδριλένα, τη Μαγιάρ, σε καντσονέτες σπανιόλικες, συναρπαστικές, που την απόδοσή τους θα ζήλευε ακόμη και αυτή η Ράκελ Μέλερ; Μα, πάνω απ' όλα, η Δανάη είναι Ρωμιά στη σκέψη, στην εκδήλωση, στους πόθους...».
Με το πέρασμα του χρόνου, η Δανάη έχει πλέον καθιερωθεί ως μεγάλη τραγουδίστρια, όχι μόνο στη «Μάντρα», αλλά και στη συνείδηση του κόσμου. Οπου κι αν τραγούδησε στη συνέχεια, σε θέατρα, σε κέντρα, γνωρίζει το θαυμασμό, τη λατρεία. Η ύπαρξή της - συνυφασμένη απόλυτα με τον πιστό, μελωδικό της σύντροφο, την κιθάρα της. «Θα σας παρουσιάσουμε τη Δανάη με την κιθάρα της», ήταν η φράση που ανακοίνωνε κάθε εμφάνισή της, σε κέντρο, σε ραδιόφωνο, σε θέατρο.
Ανυπότακτη αγωνίστρια
Στη Χιλή, τη «δεύτερη πατρίδα»
Τρέφοντας απεριόριστο θαυμασμό για τον Νερούδα, τον «Ομηρο του 20ού αιώνα της αμερικάνικης κοσμογονίας» και την τέχνη του, η Δανάη αναφέρει μεταξύ άλλων: «Είναι ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με τον κόσμο της δουλιάς, τον πάντα αδικημένο σ' αυτόν τον πλανήτη. Και όχι με λόγια. Είναι ο ποιητής, που η ποίησή του δεν είναι καμωμένη από λόγια, αλλά από έργα. Ο στίχος του είναι έργο - ποίημα. Το βλέπεις, το πιάνεις στη χούφτα σου, το ακουμπάς στην καρδιά σου κι ακούγεται διπλό τικ - τακ...». Αυτή τη μεγάλη ποίηση ακούμπησε στην καρδιά της η Δανάη, αφουγκράστηκε την ομορφιά και το μεγαλείο της και την έφερε κοντά στον ελληνικό λαό μέσα από σπουδαίες μεταφράσεις. Η ελληνική ευαισθησία της έσμιξε «με τον αντρίκειο χιλιανό λόγο και γέννησε στα Γράμματά μας τον Ελληνα Νερούδα» όπως έγραφε ο Γιάννης Ρίτσος, αναφερόμενος στο μεταφραστικό έργο της. Η Δανάη, ζώντας στη Χιλή τις μέρες της ανάτασης του 1970, τότε που εκλέχτηκε Πρόεδρος ο Αλιέντε, αναπολεί: «Η συγκίνησή μου δεν περιγράφεται, όταν σε λίγο χρόνο από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Πρόεδρος Σαλβατόρ Αλιέντε απευθύνει προσκλητήριο πρόσταγμα στα πέρατα του κόσμου. "Ελάτε να δείτε τι έχουμε καταφέρει στη Χιλή". Προσωπικότητες από όλο τον κόσμο συρρέουν στην πρωτεύουσα του Σαντιάγο... Στη μεγάλη εκδήλωση που ακολούθησε αυτό το προσκλητήριο, στο Δημοτικό Θέατρο της Χιλής, μπροστά σε προσωπικότητες διεθνούς κύρους και μυριάδες κόσμου, ήμουνα η επίσημη διερμηνέας στα ισπανικά». Το πραξικόπημα της στρατιωτικής χούντας του Πινοτσέτ, ο βίαιος θάνατος του Αλιέντε και λίγο μετά του Νερούδα οδηγούν την Δανάη και πάλι στην Ελλάδα, μετά από εξάχρονη απουσία. Ομως, η Χιλή, ο λαός της, η ποίησή της πάντοτε τη συνοδεύουν. Εξάλλου, όπως λέει, «η Χιλή έγινε η δεύτερη πατρίδα μου. Και, βέβαια, ο Πάμπλο Νερούδα έγινε ο αγαπημένος μου φίλος. Ως την ώρα που κι εκεί τα τανκς ισοπέδωσαν τη Χιλή και τον Νερούδα». Η βράβευσή της με το παράσημο Orden Libertador Bernardo O' Higgins της Δημοκρατίας της Χιλής - απονέμεται σε εξέχουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων, Τεχνών και Πολιτικής - είναι το «ευχαριστώ» του χιλιανού λαού για την προσφορά στον πολιτισμό τους, για τη διάδοση του έργου του Νερούδα, αλλά και της Γαβριέλας Μιστράλ, της Χιλιανής ποιήτριας που επίσης βραβεύτηκε με Νόμπελ.
www.rizospastis.gr
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός!!!
Δευτέρα, 14 Φεβρουαρίου 2011
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός!!!
Ξεροί καημοί και νερό θαλασσινό
το σώμα σου κόλλησε στο σώμα μου
με τον πανσέληνο πόνο του χειμώνα.
Ακούς νερά που χύνονται στα μέσα των ποδιών σου;
Ανάμεσα στα όνειρα σπαράζει η ζωή μας,
ανάμεσα στα όστρακα παφλάζει η καρδιά μας.
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.
Πάνω από την θάλασσα, στη μεριά του ανέμου
στα μαύρα ντύνεσαι κι ανοίγεις το σκοτάδι
σηκώνεις τα άστρα σε χορό
και το κορμί μου σ' άγριο ποτάμι.
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.
Music: Giorgos Andreou
Lyrics: Dionysis Karatzas
το σώμα σου κόλλησε στο σώμα μου
με τον πανσέληνο πόνο του χειμώνα.
Ακούς νερά που χύνονται στα μέσα των ποδιών σου;
Ανάμεσα στα όνειρα σπαράζει η ζωή μας,
ανάμεσα στα όστρακα παφλάζει η καρδιά μας.
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.
Πάνω από την θάλασσα, στη μεριά του ανέμου
στα μαύρα ντύνεσαι κι ανοίγεις το σκοτάδι
σηκώνεις τα άστρα σε χορό
και το κορμί μου σ' άγριο ποτάμι.
Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.
Music: Giorgos Andreou
Lyrics: Dionysis Karatzas
Ετικέτες
άγιος καημός,
Άγιος ο Έρωτας
caminante, no hay camino, se hace camino al andar..Antonio Machado
caminante, no hay camino, se hace camino al andar..Antonio Machado
C A N T A R E S
Todo pasa y todo queda
pero lo nuestro es pasar,
pasar haciendo caminos,
caminos sobre la mar.
Nunca perseguí la gloria
ni dejar en la memoria
de los hombres mi canción;
yo amo los mundos sutiles,
ingrávidos y gentiles
como pompas de jabón.
Me gusta verlos pintarse
de sol y grana, volar
bajo el cielo azul, temblar
subitamente y quebrarse.
Nunca perseguí la gloria.
Caminante son tus huellas
el camino, y nada más;
caminante, no hay camino,
se hace camino al andar.
Al andar se hace camino,
y al volver la vista atrás
se ve la senda que nunca
se ha de volver a pisar.
Caminante no hay camino
sino estelas en la mar.
Hace algún tiempo en ese lugar
donde hoy los bosques se visten de espinos
se oyó la voz de un poeta gritar
"caminante no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso...
Murió el poeta lejos del hogar,
le cubre el polvo de un país vecino.
Al alejarse le vieron llorar
"caminante, no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso...
Cuando el jilguero no puede cantar.
Cuando el poeta es un peregrino.
Cuando de nada nos sirve rezar
"caminante, no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
De ANTONIO MACHADO :
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. XLIV
Todo pasa y todo queda
pero lo nuestro es pasar,
pasar haciendo caminos,
caminos sobre la mar.
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. I
Nunca perseguí la gloria
ni dejar en la memoria
de los hombres mi canción;
yo amo los mundos sutiles,
ingrávidos y gentiles
como pompas de jabón.
Me gusta verlos pintarse
de sol y grana, volar
bajo el cielo azul, temblar
subitamente y quebrarse.
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. XXIX
Caminante son tus huellas
el camino, y nada más;
caminante, no hay camino,
se hace camino al andar.
Al andar se hace camino,
y al volver la vista atrás
se ve la senda que nunca
se ha de volver a pisar.
Caminante no hay camino
sino estelas en la mar.
De JOAN MANUEL SERRAT :
Hace algún tiempo en ese lugar
donde hoy los bosques se visten de espinos
se oyó la voz de un poeta gritar
Golpe a golpe, verso a verso...
Murió el poeta lejos del hogar,
le cubre el polvo de un país vecino.
Al alejarse le vieron llorar.
Golpe a golpe, verso a verso...
Cuando el jilguero no puede cantar.
Cuando el poeta es un peregrino.
Cuando de nada nos sirve rezar
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
No hago otra cosa que pensar en ti..
Tu nombre me sabe a hierba..
Todo pasa y todo queda
pero lo nuestro es pasar,
pasar haciendo caminos,
caminos sobre la mar.
Nunca perseguí la gloria
ni dejar en la memoria
de los hombres mi canción;
yo amo los mundos sutiles,
ingrávidos y gentiles
como pompas de jabón.
Me gusta verlos pintarse
de sol y grana, volar
bajo el cielo azul, temblar
subitamente y quebrarse.
Nunca perseguí la gloria.
Caminante son tus huellas
el camino, y nada más;
caminante, no hay camino,
se hace camino al andar.
Al andar se hace camino,
y al volver la vista atrás
se ve la senda que nunca
se ha de volver a pisar.
Caminante no hay camino
sino estelas en la mar.
Hace algún tiempo en ese lugar
donde hoy los bosques se visten de espinos
se oyó la voz de un poeta gritar
"caminante no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso...
Murió el poeta lejos del hogar,
le cubre el polvo de un país vecino.
Al alejarse le vieron llorar
"caminante, no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso...
Cuando el jilguero no puede cantar.
Cuando el poeta es un peregrino.
Cuando de nada nos sirve rezar
"caminante, no hay camino,
se hace camino al andar."
Golpe a golpe, verso a verso
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
De ANTONIO MACHADO :
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. XLIV
Todo pasa y todo queda
pero lo nuestro es pasar,
pasar haciendo caminos,
caminos sobre la mar.
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. I
Nunca perseguí la gloria
ni dejar en la memoria
de los hombres mi canción;
yo amo los mundos sutiles,
ingrávidos y gentiles
como pompas de jabón.
Me gusta verlos pintarse
de sol y grana, volar
bajo el cielo azul, temblar
subitamente y quebrarse.
PROVERBIOS Y CANTARES - Núm. XXIX
Caminante son tus huellas
el camino, y nada más;
caminante, no hay camino,
se hace camino al andar.
Al andar se hace camino,
y al volver la vista atrás
se ve la senda que nunca
se ha de volver a pisar.
Caminante no hay camino
sino estelas en la mar.
De JOAN MANUEL SERRAT :
Hace algún tiempo en ese lugar
donde hoy los bosques se visten de espinos
se oyó la voz de un poeta gritar
Golpe a golpe, verso a verso...
Murió el poeta lejos del hogar,
le cubre el polvo de un país vecino.
Al alejarse le vieron llorar.
Golpe a golpe, verso a verso...
Cuando el jilguero no puede cantar.
Cuando el poeta es un peregrino.
Cuando de nada nos sirve rezar
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
Golpe a golpe, verso a verso...
No hago otra cosa que pensar en ti..
Tu nombre me sabe a hierba..
Ετικέτες
Ana Belén,
Antonio Machado,
Πίσω από την καθημερινή κόλαση των λέξεων
Τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό
τους νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική
ευτυχία, που ποτέ δε θα πυρποληθεί.
Τάκης Σινόπουλος
Τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό
τους νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική
ευτυχία, που ποτέ δε θα πυρποληθεί.
Τάκης Σινόπουλος
Τι νομίζεις, λοιπόν.. κατά βάθος η ποίηση
είναι μια ανθρώπινη καρδιά
φορτωμένη όλο τον κόσμο.
Νικηφόρος Βρεττάκος ♥
είναι μια ανθρώπινη καρδιά
φορτωμένη όλο τον κόσμο.
Νικηφόρος Βρεττάκος ♥
Αφού κατά λάθος
ο κόσμος
είναι μια ποίηση.
Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι
που τα χάνεις όλα,
για να κερδίσεις ίσως
ένα άπιαστο αστέρι.♥
Τάσος Λειβαδίτης
ο κόσμος
είναι μια ποίηση.
Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι
που τα χάνεις όλα,
για να κερδίσεις ίσως
ένα άπιαστο αστέρι.♥
Τάσος Λειβαδίτης
Αυτό είναι στο βάθος η ποίηση,
η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει
να γίνεσαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός
για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει.
Δεν παίζω με τα λόγια.
Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς
να σημειώνεται μέσα στη στιγμή
όταν καταφέρνει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια.
Οδυσσέας Ελύτης
η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει
να γίνεσαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός
για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει.
Δεν παίζω με τα λόγια.
Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς
να σημειώνεται μέσα στη στιγμή
όταν καταφέρνει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια.
Οδυσσέας Ελύτης
Ίσως δυσκολεύεστε να το πιστέψετε, όμως η ζωή έχει να μας δώσει
πολύ περισσότερα πράγματα απ΄ όσα αφήνουμε τον εαυτό μας να ζήσει.
Όλα αυτά τα “περισσότερα” είναι πιθανά όταν πάψουμε να είμασε δέσμιοι
του φόβου. Έξω από μας και μέσα μας, υπάρχει ένας καινούργιος κόσμος –
ένας κόσμος με λιγότερο φόβο – που περιμένει να τον ανακαλύψουμε.“Μαθήματα ζωής”
... ωραία απάντηση που δίνει σε όλα με τη σιωπή του ο έναστρος ουρανός.
... ένα φλάουτο κάπου ή ένα άστρο συνηγορούν για όλη την ανθρωπότητα...
... Τόσα
φθινόπωρα και δε γνωρίσαμε ακόμα την ψυχή μας κι ω συντριβή του
ονείρου μας: μας έκλεισες όλους τους δρόμους για να μας ανοίξεις ένα
μονοπάτι στο άγνωστο.
Λειβαδίτης
KARMEN ORERA
"L'amour est un oiseau rebelle" si no me amas, yo te amo: si te amo, ¡tú ten cuidado!.
Quand je vous aimerai?
Ma foi, je ne sais pas,
Peut-être jamais, peut-être demain.
Mais pas aujourd'hui, c'est certain
L'amour est un oiseau rebelle
que nul ne peut apprivoiser,
et c'est bien en vain qu'on l'appelle,
s'il lui convient de refuser.
Rien n'y fait, menace ou prière,
l'un parle bien, l'autre se tait:
Et c'est l'autre que je préfère,
Il n'a rien dit mais il me plaît.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
L'oiseau que tu croyais surprendre
battit de l'aile et s'envola ...
l'amour est loin, tu peux l'attendre;
tu ne l'attends plus, il est là!
Tout autour de toi, vite, vite,
il vient, s'en va, puis il revient ...
tu crois le tenir, il t'évite,
tu crois l'éviter, il te tient.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Ma foi, je ne sais pas,
Peut-être jamais, peut-être demain.
Mais pas aujourd'hui, c'est certain
L'amour est un oiseau rebelle
que nul ne peut apprivoiser,
et c'est bien en vain qu'on l'appelle,
s'il lui convient de refuser.
Rien n'y fait, menace ou prière,
l'un parle bien, l'autre se tait:
Et c'est l'autre que je préfère,
Il n'a rien dit mais il me plaît.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
L'oiseau que tu croyais surprendre
battit de l'aile et s'envola ...
l'amour est loin, tu peux l'attendre;
tu ne l'attends plus, il est là!
Tout autour de toi, vite, vite,
il vient, s'en va, puis il revient ...
tu crois le tenir, il t'évite,
tu crois l'éviter, il te tient.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
El amor es un pájaro rebelde
que nadie puede dominar,
y se le llama bien en vano,
si él prefiere rechazar.
Nada ayuda, amenaza u oración,
uno habla, otro se calla:
Y es al otro al que prefiero,
no ha dicho nada pero me gusta.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
El amor es niño de bohemia,
jamás, jamás ha conocido ley;
si no me amas, yo te amo:
si te amo, ¡tú ten cuidado!.
El ave a la que crees sorprender
batió el ala y voló ...
el amor está lejos, puedes esperar;
¡ya no lo esperas y ahí está!!
Alrededor de ti, rápido, rápido,
vino, se va, vuelve a venir ...
crees tenerlo, te evita,
crees evitarlo, te tiene.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
que nadie puede dominar,
y se le llama bien en vano,
si él prefiere rechazar.
Nada ayuda, amenaza u oración,
uno habla, otro se calla:
Y es al otro al que prefiero,
no ha dicho nada pero me gusta.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
El amor es niño de bohemia,
jamás, jamás ha conocido ley;
si no me amas, yo te amo:
si te amo, ¡tú ten cuidado!.
El ave a la que crees sorprender
batió el ala y voló ...
el amor está lejos, puedes esperar;
¡ya no lo esperas y ahí está!!
Alrededor de ti, rápido, rápido,
vino, se va, vuelve a venir ...
crees tenerlo, te evita,
crees evitarlo, te tiene.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
When will I love you?
Good Lord, I don't know,
Maybe never, maybe tomorrow.
But not today, that's for sure.
Love is a rebellious bird
that nobody can tame,
and you call him quite in vain
if it suits him not to come.
Nothing helps, neither threat nor prayer.
One man talks well, the other keeps silent;
it's the other one that I prefer.
He said nothing, but I like him.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy's child,
it has never, ever, recognized the law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
The bird you thought you had caught
beat its wings and flew away ...
love stays away, you wait and wait;
when least expected, there it is!
All around you, swift, swift,
it comes, goes, then it returns ...
you think you hold it fast, it flees
you think you're free, it holds you fast.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy child,
it has never, ever, known law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
Good Lord, I don't know,
Maybe never, maybe tomorrow.
But not today, that's for sure.
Love is a rebellious bird
that nobody can tame,
and you call him quite in vain
if it suits him not to come.
Nothing helps, neither threat nor prayer.
One man talks well, the other keeps silent;
it's the other one that I prefer.
He said nothing, but I like him.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy's child,
it has never, ever, recognized the law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
The bird you thought you had caught
beat its wings and flew away ...
love stays away, you wait and wait;
when least expected, there it is!
All around you, swift, swift,
it comes, goes, then it returns ...
you think you hold it fast, it flees
you think you're free, it holds you fast.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy child,
it has never, ever, known law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
Ο έρωτας, τρελό πουλί
Που δεν το ημέρεψε κανείς,
Κι άδικα εσύ τον προκαλείς,
Αν τον βολεύει να αρνηθεί.
Μάταια ικετεύουν ή απειλούν,
Ο ένας μιλάει, ο άλλος σιωπά.
Μα κάποιον άλλο προτιμώ,
Μ αρέσει και ας μη μου μιλά.
Ο έρωτας, ο έρωτας...
Ο έρωτας, τσιγγάνων γιος,
Νόμο δεν γνώρισε ποτέ,
Δεν μ αγαπάς, μα σ αγαπώ
Κι αν σ αγαπώ να φυλαχτείς.
Λες, το πουλί που έχεις φυλακίσει,
Μα αυτό, γοργόφτερο, πετά,
Ο έρωτας πάει, τον περιμένεις,
Πια δεν ελπίζεις, κι είναι εδώ.
Έρχεται γρήγορα και φεύγει,
Πετάει κοντά σου και γυρνά.
Λες, τον κρατάς, μα σου ξεφεύγει,
Του ξέφυγες, μα σε κρατά.
Που δεν το ημέρεψε κανείς,
Κι άδικα εσύ τον προκαλείς,
Αν τον βολεύει να αρνηθεί.
Μάταια ικετεύουν ή απειλούν,
Ο ένας μιλάει, ο άλλος σιωπά.
Μα κάποιον άλλο προτιμώ,
Μ αρέσει και ας μη μου μιλά.
Ο έρωτας, ο έρωτας...
Ο έρωτας, τσιγγάνων γιος,
Νόμο δεν γνώρισε ποτέ,
Δεν μ αγαπάς, μα σ αγαπώ
Κι αν σ αγαπώ να φυλαχτείς.
Λες, το πουλί που έχεις φυλακίσει,
Μα αυτό, γοργόφτερο, πετά,
Ο έρωτας πάει, τον περιμένεις,
Πια δεν ελπίζεις, κι είναι εδώ.
Έρχεται γρήγορα και φεύγει,
Πετάει κοντά σου και γυρνά.
Λες, τον κρατάς, μα σου ξεφεύγει,
Του ξέφυγες, μα σε κρατά.
Μεγάλοι, παθιασμένοι έρωτες. Έρωτες πέρα από ορθολογισμούς, έρωτες ξεγυμνωτές της ψυχής μας, που σκάβουν τον ενδότερο εαυτό μας, καλλιεργούν το έδαφος της φαντασίας μας, καρπώνονται από την ευαισθησία μας, ξεριζώνουν τα σίγουρά μας, τα δεδομένα μας.
Έρωτας φθονερός, έρωτας απατηλός, ο έρωτας της Κάρμεν και του Ντον Χοσέ στην όπερα Carmen του Bizet. Πραγματικά τι πιο δύσκολο, τι πιο εξιδανικευτικό του έρωτα, τι πιο εξωραιστικό της ταπεινής μας ύπαρξης από τη στιγμή που ο άνθρωπος υπερίπταται, η ουσία του αλαφραίνει, οι δεσμεύσεις του ακυρώνονται, οι αγκυλώσεις του γίνονται στρογγυλοί κύκλοι που αγκαλιάζουν τον αγαπημένο και απαλύνουν την τραχύτητα των αξιών;
Ο Ντον Χοσέ παρασύρεται από τη σαγήνη της Κάρμεν, της αισθησιακής, της αμαρτωλής, της ραδιούργας και προκλητικής και ελευθερίων ηθών, για τα δεδομένα της εποχής της, τσιγγάνας. Η τελευταία αποτελεί το σύμβολο της «αποπλάνησης», της αμαρτωλής γοητείας. Είναι αναξιόπιστη, άπιστη, αερικό ίδιο και για αυτό γοητευτική για τον Ντον Χοσέ. Ζει εκκεντρικά, ζει έξω από οποιοδήποτε πλαίσιο κανόνων, πολιτιστικών ή ηθικών και παρασύρει τον τίμιο Ντον Χοσέ σε ένα κόσμο αήθη, άπιαστο, ακανόνιστο, χωρίς σχήματα κοινωνικά και μορφώματα ηθικά.
Λίγο πριν την πρώτη τους συνάντηση, την Κάρμεν ακολουθούν νεαροί και την πειράζουν, την παρακαλούν, παίζουν μαζί της, φλερτάρουν και τότε εκείνη τραγουδά την πολύ γνωστή σύνθεση της όπερα « L amour est un oiseau rebelle" (o έρωτας είναι ένα τρελό πουλί).
Το αλάφιασμα του έρωτα. Το απερίγραπτο. Το ασχημάτιστο, το ατεκμηρίωτο, το άφατο. Η συνεχής και παντοτινή αναζήτηση του άλλου, του αντίθετου που όμως οδηγεί στην ισορροπία, του μισού που λείπει για να γίνει ολόκληρο (σύμφωνα και με τη θεωρία του Πλάτωνα στο Συμπόσιο). Αλλά και το νεφέλωμα, η πλάνη, η ψευδαίσθηση. Πόσο πεζά φαίνεται η αφοσίωση, η συναισθηματική συνέπεια, η πίστη της αγάπης μπροστά στην έξαρση, την ένταση και έπαρση του έρωτα! Όλα τα υπόλοιπα φαίνονται τόσο ανίσχυροι «αντίπαλοι». Για λίγο. Η πεζότητα της καθημερινότητας, οι δυσκολίες της προσαρμογής, η διαφορετικότητα της κοσμοαντίληψης.
Ο Ντον Χοσέ δεν μπορεί να κατανοήσει τον τρόπο ζωής της Κάρμεν. Και την ερωτεύεται. [Είναι πολύ περίεργο...είναι σαν να γίνεται κανόνας η αντίδραση του ανθρώπου απέναντι στο άγνωστο και ακατανόητο. Ό,τι δεν κατανοεί ή το ερωτεύεται ή το απορρίπτει, το εξοβελίζει, δεν το εκλογικεύει, πάντως, σε καμία περίπτωση]. Η νομαδική ζωή του φυγάδα, οι διαρκείς αναταραχές της ζωής των τσιγγάνων είναι κάτι στο οποίο δεν μπορεί να συνηθίσει εύκολα ο Ντον Χοσέ. Μαζί με αυτά, δεν μπορεί να συνηθίσει τα ερωτικά παιχνίδια της Κάρμεν, την ακατάπαυστη τάση της να φλερτάρει, να επιδεικνύει τον ερωτισμό της, να έχει και άλλους θαυμαστές.
Ο έρωτας, ο ερωτισμός και ο θάνατος, οι τρεις βασικές συνιστώσες του έργου. Στην κατάληξη αυτής της «πιο ισπανικής» όπερας του γαλλικού ρεπερτορίου, σε κλίμα ιβηρικό, στο πλαίσιο μιας ταυρομαχίας, η Κάρμεν θα απαρνηθεί τον Ντον Χοσέ, θα του πετάξει στο πρόσωπο το δαχτυλίδι που κάποτε της είχε χαρίσει. Και τότε, ο αγαπημένος θα γίνει θύτης, ο εραστής θα γίνει φονιάς. Ο Ντον Χοσέ μαχαιρώνει την αγαπημένη του στην καρδιά την ώρα που το πλήθος πανηγυρίζει τη νίκη του Εσκαμίγιο (θαυμαστή της Κάρμεν και «ανταγωνιστή» του Ντον Χοσέ) που θανατώνει τον ταύρο. Η μουσική κατορθώνει να ταιριάξει τα αταίριαστα, τον έρωτα, το θάνατο και τη γιορτή. Αταίριαστα, όμως, στοιχεία, της ζωής που μας φέρνουν στον κανόνα της ομοιόστασης (αν το λέω σωστά!) , της εξισορρόπησης του κόσμου. Ένα τέλος σκληρό, βάρβαρο, αλλά ένα τέλος δίκαιο.
Τελικά, ο έρωτας εμπεριέχει την κτητικότητα, ο έρωτας είναι φθονερός; Ο έρωτας είναι παράφορος και θέλει να «διαλύσει» ό,τι δεν μπορεί να συλλάβει και ελέγξει, θέλει να κατακερματίσει, με οποιονδήποτε τρόπο, ό,τι δεν μπορεί να συντάξει και ιεραρχήσει. Γι αυτό και είναι βραχύβιος. Δύσκολο να αντέξει κανείς στη σφοδρότητά του. Γι αυτό και είναι αιωνία του η μνήμη. Δύσκολο να βιωθεί κατά συρροήν και επανάληψιν.
ΤΟ ΒΗΜΑ τέχνη, Bizet Carmen
Carmen is a French opéra comique by Georges Bizet. The libretto is by Henri Meilhac and Ludovic Halévy, based on the novella of the same title by Prosper Mérimée, first published in 1845,[1] itself possibly influenced by the narrative poem The Gypsies (1824) by Alexander Pushkin.[2] Mérimée had read the poem in Russian by 1840 and translated it into French in 1852
Adaptacion al cine de la Opera de Bizet CARMEN dirigida por Francesco Rosi. Rodada en las ciudades de Ronda (Málaga) y Carmona(Sevilla) Coreografía de Antonio Gades. Iterpr:Placido Domingo y Julia Migenes - Johnson
"L'amour est un oiseau rebelle" from the film of Carmen, shot in situ in Seville, mainly. Julia Migenes-Johnson does a bang up job as the wild Gypsy girl, and Placido Domingo is great as Don Jose.
Κάρμεν
Μια χαμπανέρα για την ελευθερία
Μια χαμπανέρα για την ελευθερία
«Ελάτε, ελάτε τώρα! Το βλέπετε πως είμαι τσιγγάνα. Θέλετε να σας πω τη μοίρα σας; Ακούσατε να μιλάνε για την Καρμενθίτα; Ε, εγώ είμαι». Ετσι απλά του συστήθηκε. Και εκείνος βρέθηκε έξαφνα μπροστά σε «μια ομορφιά παράδοξη και άγρια, μια μορφή που ξένιζε αρχικά, μα που έμενε αλησμόνητη. Τα μάτια της ιδίως είχαν μια έκφραση ταυτόχρονα φιλήδονη και ανήμερη, που από τότε δεν ξαναείδα σε κανένα βλέμμα ανθρώπινο».
Η συνάντηση της Κάρμεν με τον Ντον Χοσέ, στη νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ «Κάρμεν», η συνάντηση της απόλυτης γυναίκας και του άντρα που παρασύρεται, που εκμηδενίζεται κάτω από την ανελέητη δύναμη της θηλυκότητάς της δεν είναι αυτό που θα λέγαμε κεραυνοβόλος έρωτας. Ο ήρωας στέκεται σκεφτικός, με κριτικό μάτι, μπροστά σε ένα πλάσμα εντελώς διαφορετικά από εκείνα που είχε συναντήσει ως τότε. Αμφιβάλλοντας αν «ήταν φυλετικά καθαρή». Επισημαίνοντας ότι «δεν μπορούσε να έχει αξιώσεις τελειότητας». Καταλαβαίνοντας, ενόσω εκείνη του έριχνε τα χαρτιά, ότι «δεν ήταν ούτε κατ' ιδέαν μάγισσα». Και η γυναίκα τού φέρεται σχεδόν σαν επαγγελματίας χαρτορίχτρα, χωρίς να διστάζει να του ρίχνει βλέμματα «βαθύτατης περιφρόνησης» όταν εκείνος δεν παίζει το παιχνίδι με τους δικούς της όρους.
Αντίθετα, στην κοσμαγάπητη «Κάρμεν» του Μπιζέ, την όπερα που βασίζεται στη νουβέλα του Μεριμέ (και στην οποία οφείλει ουσιαστικά η νουβέλα τη δημοτικότητά της), μια Χαμπανέρα είναι αρκετή για να πυροδοτήσει τα αισθήματα, για να φέρει τους δύο ήρωες αντιμέτωπους με το πιο έντονο (και άγριο συχνά) πάθος. Η Κάρμεν εισβάλλει στη σκηνή σαν αγρίμι, σε μια μοναδική έκρηξη αισθησιασμού, χορεύοντας και τραγουδώντας: «Αν δεν με αγαπάς, σε αγαπώ! Και αν σε αγαπώ, φυλάξου από εμένα!». Και ο Ντον Χοσέ στέκεται απέναντί της εκστατικός, μετατρέπεται σε κλάσματα δευτερολέπτου σε έναν άντρα απόλυτα ερωτευμένο, παραδίνεται.
Οπερα που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην πρώτη παρουσίασή της (Οπερά Κομίκ, 3 Μαρτίου 1875) λόγω της τολμηρότητας με την οποία διαπραγματευόταν τον ελεύθερο έρωτα, η «Κάρμεν» κατέκτησε στη συνέχεια μοναδική θέση στην ιστορία του λυρικού μελοδράματος και στις καρδιές των θεατών. Η «δυνατή», ρεαλιστική ερωτική ιστορία του Μεριμέ ευτύχησε στη μετατροπή της σε λυρική τραγωδία: ο Μπιζέ έντυσε το πάθος των ηρώων με μελωδίες υψηλής αισθητικής, οι οποίες όμως ταυτόχρονα ήταν και εύληπτες για το ευρύ κοινό.
Η δική του «Κάρμεν» δεν ήταν άλλη μία εξωπραγματική και υπερβολική ερωτική ιστορία (θέμα που κατ' εξοχήν συναντάμε στο μελόδραμα) αλλά ένας ύμνος στη γυναίκα, στην αγάπη, στο πάθος και, πάνω απ' όλα, στην ελευθερία. Μια μαγική όσο και βίαιη συνάντηση απλών ανθρώπων, η οποία άφηνε στους θεατές τα περιθώρια να ταυτιστούν μαζί τους, να θυμώσουν, να συμπάσχουν... Μια όπερα που γύριζε την πλάτη στα παραμυθοδράματα με τις βασίλισσες, τις μάγισσες, τους ιππότες και τις κυρίες επί των τιμών του παρελθόντος και ύφαινε τον πλούσιο μουσικό καμβά της στα καπνεργοστάσια και στις φτωχογειτονιές της Σεβίλλης, ανεβάζοντας στη σκηνή εργάτες και εργάτριες, απλούς στρατιώτες, ξυπόλυτα παιδιά, χωριάτες και χωριατοπούλες.
Για το αριστούργημα του Μπιζέ έχουν γραφτεί αναλύσεις επί αναλύσεων. Ιδιαίτερα δε για την κεντρική ηρωίδα, η οποία είναι μία από τις πιο σύνθετες φιγούρες του μελοδράματος. Η Κάρμεν είχε χαρακτηριστεί από κάποιους ειδικά κατά τα πρώτα χρόνια της παρουσίασής της πόρνη, γύναιο που αδιαφορεί για τους πάντες και τα πάντα, προκειμένου να κάνει τη ζωή της. Η θριαμβευτική πορεία της στα χρόνια που πέρασαν στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου την απάλλαξε από κάθε ρετσινιά: σήμερα η ηρωίδα των Μεριμέ - Μπιζέ είναι το σύμβολο του ανθρώπου ο οποίος το μόνο που επιθυμεί είναι να ζήσει χωρίς περιορισμούς, χωρίς απαγορεύσεις, ελεύθερος σαν το «oiseau rebelle» της Χαμπανέρας. Είναι ο άνθρωπος που πληρώνει γενναία το κόστος των επιλογών του, όταν στον αγώνα του για να κατακτήσει αυτή την ελευθερία θυσιάζει την ίδια τη ζωή του.
Ρόλος γοητευτικός, πρόκληση για τις πριμαντόνες, η «Κάρμεν» ευτύχησε να τραγουδηθεί από τα μεγαλύτερα ονόματα του αιώνα μας: από την περίφημη Εμα Καλβέ, την Κοντσίτα Σουπερβία, τη Μαίρη Γκάρντεν και την Τζεραλντίν Φαράρ, ως τις Εμπε Στινιάνι, Ρίζε Στίβενς, Κλόε Ελμο, Τζουλιέτα Σιμιονάτο,Μαρία Κάλλας, Κρίστα Λούντβιχ, Ιρίνα Αρχίποβα, Γελένα Ομπρατσόβα, Γκρέις Μπάμπρι, Σίρλεΐ Βερέτ, Τερέζα Μπεργκάνθα και Αγνή Μπάλτσα, οι διάσημες μεσόφωνοι και υψίφωνοι που «αναμετρήθηκαν» με την απαιτητική παρτιτούρα του Μπιζέ έδωσαν διαφορετικές αλλά εξίσου ενδιαφέρουσες ερμηνείες. Πλουσιότατη είναι και η δισκογραφία του έργου με πολλές ζωντανές αλλά και στουντιακές ηχογραφήσεις: η «Κάρμεν» με τη μία ή με την άλλη ερμηνεύτρια είναι ένα έργο που σήμερα βρίσκεται σε όλες σχεδόν τις δισκοθήκες.
ΚΟΣΜΑΣ ΒΙΔΟΣ | Κυριακή 13 Ιουνίου 1999
- λιο στα μαλλιά μου και με πέταξε στο Μαΐστρο... "Και πολλά τα λιόδεντρα που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως κι ελαφρό ν' απλώνεται στον ύπνο σου"...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)