"L'amour est un oiseau rebelle" si no me amas, yo te amo: si te amo, ¡tú ten cuidado!.
Quand je vous aimerai?
Ma foi, je ne sais pas,
Peut-être jamais, peut-être demain.
Mais pas aujourd'hui, c'est certain
L'amour est un oiseau rebelle
que nul ne peut apprivoiser,
et c'est bien en vain qu'on l'appelle,
s'il lui convient de refuser.
Rien n'y fait, menace ou prière,
l'un parle bien, l'autre se tait:
Et c'est l'autre que je préfère,
Il n'a rien dit mais il me plaît.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
L'oiseau que tu croyais surprendre
battit de l'aile et s'envola ...
l'amour est loin, tu peux l'attendre;
tu ne l'attends plus, il est là!
Tout autour de toi, vite, vite,
il vient, s'en va, puis il revient ...
tu crois le tenir, il t'évite,
tu crois l'éviter, il te tient.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Ma foi, je ne sais pas,
Peut-être jamais, peut-être demain.
Mais pas aujourd'hui, c'est certain
L'amour est un oiseau rebelle
que nul ne peut apprivoiser,
et c'est bien en vain qu'on l'appelle,
s'il lui convient de refuser.
Rien n'y fait, menace ou prière,
l'un parle bien, l'autre se tait:
Et c'est l'autre que je préfère,
Il n'a rien dit mais il me plaît.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas,
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime!
Mais, si je t’aime,
Si je t’aime, prends garde à toi!
L'oiseau que tu croyais surprendre
battit de l'aile et s'envola ...
l'amour est loin, tu peux l'attendre;
tu ne l'attends plus, il est là!
Tout autour de toi, vite, vite,
il vient, s'en va, puis il revient ...
tu crois le tenir, il t'évite,
tu crois l'éviter, il te tient.
L'amour! L'amour! L'amour! L'amour!
L'amour est enfant de Bohème,
il n'a jamais, jamais connu de loi;
si tu ne m'aimes pas, je t'aime:
si je t'aime, prends garde à toi!
El amor es un pájaro rebelde
que nadie puede dominar,
y se le llama bien en vano,
si él prefiere rechazar.
Nada ayuda, amenaza u oración,
uno habla, otro se calla:
Y es al otro al que prefiero,
no ha dicho nada pero me gusta.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
El amor es niño de bohemia,
jamás, jamás ha conocido ley;
si no me amas, yo te amo:
si te amo, ¡tú ten cuidado!.
El ave a la que crees sorprender
batió el ala y voló ...
el amor está lejos, puedes esperar;
¡ya no lo esperas y ahí está!!
Alrededor de ti, rápido, rápido,
vino, se va, vuelve a venir ...
crees tenerlo, te evita,
crees evitarlo, te tiene.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
que nadie puede dominar,
y se le llama bien en vano,
si él prefiere rechazar.
Nada ayuda, amenaza u oración,
uno habla, otro se calla:
Y es al otro al que prefiero,
no ha dicho nada pero me gusta.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
El amor es niño de bohemia,
jamás, jamás ha conocido ley;
si no me amas, yo te amo:
si te amo, ¡tú ten cuidado!.
El ave a la que crees sorprender
batió el ala y voló ...
el amor está lejos, puedes esperar;
¡ya no lo esperas y ahí está!!
Alrededor de ti, rápido, rápido,
vino, se va, vuelve a venir ...
crees tenerlo, te evita,
crees evitarlo, te tiene.
¡El amor! ¡el amor! ¡el amor! ¡el amor!
When will I love you?
Good Lord, I don't know,
Maybe never, maybe tomorrow.
But not today, that's for sure.
Love is a rebellious bird
that nobody can tame,
and you call him quite in vain
if it suits him not to come.
Nothing helps, neither threat nor prayer.
One man talks well, the other keeps silent;
it's the other one that I prefer.
He said nothing, but I like him.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy's child,
it has never, ever, recognized the law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
The bird you thought you had caught
beat its wings and flew away ...
love stays away, you wait and wait;
when least expected, there it is!
All around you, swift, swift,
it comes, goes, then it returns ...
you think you hold it fast, it flees
you think you're free, it holds you fast.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy child,
it has never, ever, known law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
Good Lord, I don't know,
Maybe never, maybe tomorrow.
But not today, that's for sure.
Love is a rebellious bird
that nobody can tame,
and you call him quite in vain
if it suits him not to come.
Nothing helps, neither threat nor prayer.
One man talks well, the other keeps silent;
it's the other one that I prefer.
He said nothing, but I like him.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy's child,
it has never, ever, recognized the law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
if you love me not,
if you love me not, then I love you;
but if I love you,
if I love you, you'd best beware!
The bird you thought you had caught
beat its wings and flew away ...
love stays away, you wait and wait;
when least expected, there it is!
All around you, swift, swift,
it comes, goes, then it returns ...
you think you hold it fast, it flees
you think you're free, it holds you fast.
Love! Love! Love! Love!
Love is a gypsy child,
it has never, ever, known law;
if you love me not, then I love you;
if I love you, you'd best beware!
Ο έρωτας, τρελό πουλί
Που δεν το ημέρεψε κανείς,
Κι άδικα εσύ τον προκαλείς,
Αν τον βολεύει να αρνηθεί.
Μάταια ικετεύουν ή απειλούν,
Ο ένας μιλάει, ο άλλος σιωπά.
Μα κάποιον άλλο προτιμώ,
Μ αρέσει και ας μη μου μιλά.
Ο έρωτας, ο έρωτας...
Ο έρωτας, τσιγγάνων γιος,
Νόμο δεν γνώρισε ποτέ,
Δεν μ αγαπάς, μα σ αγαπώ
Κι αν σ αγαπώ να φυλαχτείς.
Λες, το πουλί που έχεις φυλακίσει,
Μα αυτό, γοργόφτερο, πετά,
Ο έρωτας πάει, τον περιμένεις,
Πια δεν ελπίζεις, κι είναι εδώ.
Έρχεται γρήγορα και φεύγει,
Πετάει κοντά σου και γυρνά.
Λες, τον κρατάς, μα σου ξεφεύγει,
Του ξέφυγες, μα σε κρατά.
Που δεν το ημέρεψε κανείς,
Κι άδικα εσύ τον προκαλείς,
Αν τον βολεύει να αρνηθεί.
Μάταια ικετεύουν ή απειλούν,
Ο ένας μιλάει, ο άλλος σιωπά.
Μα κάποιον άλλο προτιμώ,
Μ αρέσει και ας μη μου μιλά.
Ο έρωτας, ο έρωτας...
Ο έρωτας, τσιγγάνων γιος,
Νόμο δεν γνώρισε ποτέ,
Δεν μ αγαπάς, μα σ αγαπώ
Κι αν σ αγαπώ να φυλαχτείς.
Λες, το πουλί που έχεις φυλακίσει,
Μα αυτό, γοργόφτερο, πετά,
Ο έρωτας πάει, τον περιμένεις,
Πια δεν ελπίζεις, κι είναι εδώ.
Έρχεται γρήγορα και φεύγει,
Πετάει κοντά σου και γυρνά.
Λες, τον κρατάς, μα σου ξεφεύγει,
Του ξέφυγες, μα σε κρατά.
Μεγάλοι, παθιασμένοι έρωτες. Έρωτες πέρα από ορθολογισμούς, έρωτες ξεγυμνωτές της ψυχής μας, που σκάβουν τον ενδότερο εαυτό μας, καλλιεργούν το έδαφος της φαντασίας μας, καρπώνονται από την ευαισθησία μας, ξεριζώνουν τα σίγουρά μας, τα δεδομένα μας.
Έρωτας φθονερός, έρωτας απατηλός, ο έρωτας της Κάρμεν και του Ντον Χοσέ στην όπερα Carmen του Bizet. Πραγματικά τι πιο δύσκολο, τι πιο εξιδανικευτικό του έρωτα, τι πιο εξωραιστικό της ταπεινής μας ύπαρξης από τη στιγμή που ο άνθρωπος υπερίπταται, η ουσία του αλαφραίνει, οι δεσμεύσεις του ακυρώνονται, οι αγκυλώσεις του γίνονται στρογγυλοί κύκλοι που αγκαλιάζουν τον αγαπημένο και απαλύνουν την τραχύτητα των αξιών;
Ο Ντον Χοσέ παρασύρεται από τη σαγήνη της Κάρμεν, της αισθησιακής, της αμαρτωλής, της ραδιούργας και προκλητικής και ελευθερίων ηθών, για τα δεδομένα της εποχής της, τσιγγάνας. Η τελευταία αποτελεί το σύμβολο της «αποπλάνησης», της αμαρτωλής γοητείας. Είναι αναξιόπιστη, άπιστη, αερικό ίδιο και για αυτό γοητευτική για τον Ντον Χοσέ. Ζει εκκεντρικά, ζει έξω από οποιοδήποτε πλαίσιο κανόνων, πολιτιστικών ή ηθικών και παρασύρει τον τίμιο Ντον Χοσέ σε ένα κόσμο αήθη, άπιαστο, ακανόνιστο, χωρίς σχήματα κοινωνικά και μορφώματα ηθικά.
Λίγο πριν την πρώτη τους συνάντηση, την Κάρμεν ακολουθούν νεαροί και την πειράζουν, την παρακαλούν, παίζουν μαζί της, φλερτάρουν και τότε εκείνη τραγουδά την πολύ γνωστή σύνθεση της όπερα « L amour est un oiseau rebelle" (o έρωτας είναι ένα τρελό πουλί).
Το αλάφιασμα του έρωτα. Το απερίγραπτο. Το ασχημάτιστο, το ατεκμηρίωτο, το άφατο. Η συνεχής και παντοτινή αναζήτηση του άλλου, του αντίθετου που όμως οδηγεί στην ισορροπία, του μισού που λείπει για να γίνει ολόκληρο (σύμφωνα και με τη θεωρία του Πλάτωνα στο Συμπόσιο). Αλλά και το νεφέλωμα, η πλάνη, η ψευδαίσθηση. Πόσο πεζά φαίνεται η αφοσίωση, η συναισθηματική συνέπεια, η πίστη της αγάπης μπροστά στην έξαρση, την ένταση και έπαρση του έρωτα! Όλα τα υπόλοιπα φαίνονται τόσο ανίσχυροι «αντίπαλοι». Για λίγο. Η πεζότητα της καθημερινότητας, οι δυσκολίες της προσαρμογής, η διαφορετικότητα της κοσμοαντίληψης.
Ο Ντον Χοσέ δεν μπορεί να κατανοήσει τον τρόπο ζωής της Κάρμεν. Και την ερωτεύεται. [Είναι πολύ περίεργο...είναι σαν να γίνεται κανόνας η αντίδραση του ανθρώπου απέναντι στο άγνωστο και ακατανόητο. Ό,τι δεν κατανοεί ή το ερωτεύεται ή το απορρίπτει, το εξοβελίζει, δεν το εκλογικεύει, πάντως, σε καμία περίπτωση]. Η νομαδική ζωή του φυγάδα, οι διαρκείς αναταραχές της ζωής των τσιγγάνων είναι κάτι στο οποίο δεν μπορεί να συνηθίσει εύκολα ο Ντον Χοσέ. Μαζί με αυτά, δεν μπορεί να συνηθίσει τα ερωτικά παιχνίδια της Κάρμεν, την ακατάπαυστη τάση της να φλερτάρει, να επιδεικνύει τον ερωτισμό της, να έχει και άλλους θαυμαστές.
Ο έρωτας, ο ερωτισμός και ο θάνατος, οι τρεις βασικές συνιστώσες του έργου. Στην κατάληξη αυτής της «πιο ισπανικής» όπερας του γαλλικού ρεπερτορίου, σε κλίμα ιβηρικό, στο πλαίσιο μιας ταυρομαχίας, η Κάρμεν θα απαρνηθεί τον Ντον Χοσέ, θα του πετάξει στο πρόσωπο το δαχτυλίδι που κάποτε της είχε χαρίσει. Και τότε, ο αγαπημένος θα γίνει θύτης, ο εραστής θα γίνει φονιάς. Ο Ντον Χοσέ μαχαιρώνει την αγαπημένη του στην καρδιά την ώρα που το πλήθος πανηγυρίζει τη νίκη του Εσκαμίγιο (θαυμαστή της Κάρμεν και «ανταγωνιστή» του Ντον Χοσέ) που θανατώνει τον ταύρο. Η μουσική κατορθώνει να ταιριάξει τα αταίριαστα, τον έρωτα, το θάνατο και τη γιορτή. Αταίριαστα, όμως, στοιχεία, της ζωής που μας φέρνουν στον κανόνα της ομοιόστασης (αν το λέω σωστά!) , της εξισορρόπησης του κόσμου. Ένα τέλος σκληρό, βάρβαρο, αλλά ένα τέλος δίκαιο.
Τελικά, ο έρωτας εμπεριέχει την κτητικότητα, ο έρωτας είναι φθονερός; Ο έρωτας είναι παράφορος και θέλει να «διαλύσει» ό,τι δεν μπορεί να συλλάβει και ελέγξει, θέλει να κατακερματίσει, με οποιονδήποτε τρόπο, ό,τι δεν μπορεί να συντάξει και ιεραρχήσει. Γι αυτό και είναι βραχύβιος. Δύσκολο να αντέξει κανείς στη σφοδρότητά του. Γι αυτό και είναι αιωνία του η μνήμη. Δύσκολο να βιωθεί κατά συρροήν και επανάληψιν.
ΤΟ ΒΗΜΑ τέχνη, Bizet Carmen
Carmen is a French opéra comique by Georges Bizet. The libretto is by Henri Meilhac and Ludovic Halévy, based on the novella of the same title by Prosper Mérimée, first published in 1845,[1] itself possibly influenced by the narrative poem The Gypsies (1824) by Alexander Pushkin.[2] Mérimée had read the poem in Russian by 1840 and translated it into French in 1852
Adaptacion al cine de la Opera de Bizet CARMEN dirigida por Francesco Rosi. Rodada en las ciudades de Ronda (Málaga) y Carmona(Sevilla) Coreografía de Antonio Gades. Iterpr:Placido Domingo y Julia Migenes - Johnson
"L'amour est un oiseau rebelle" from the film of Carmen, shot in situ in Seville, mainly. Julia Migenes-Johnson does a bang up job as the wild Gypsy girl, and Placido Domingo is great as Don Jose.
Κάρμεν
Μια χαμπανέρα για την ελευθερία
Μια χαμπανέρα για την ελευθερία
«Ελάτε, ελάτε τώρα! Το βλέπετε πως είμαι τσιγγάνα. Θέλετε να σας πω τη μοίρα σας; Ακούσατε να μιλάνε για την Καρμενθίτα; Ε, εγώ είμαι». Ετσι απλά του συστήθηκε. Και εκείνος βρέθηκε έξαφνα μπροστά σε «μια ομορφιά παράδοξη και άγρια, μια μορφή που ξένιζε αρχικά, μα που έμενε αλησμόνητη. Τα μάτια της ιδίως είχαν μια έκφραση ταυτόχρονα φιλήδονη και ανήμερη, που από τότε δεν ξαναείδα σε κανένα βλέμμα ανθρώπινο».
Η συνάντηση της Κάρμεν με τον Ντον Χοσέ, στη νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ «Κάρμεν», η συνάντηση της απόλυτης γυναίκας και του άντρα που παρασύρεται, που εκμηδενίζεται κάτω από την ανελέητη δύναμη της θηλυκότητάς της δεν είναι αυτό που θα λέγαμε κεραυνοβόλος έρωτας. Ο ήρωας στέκεται σκεφτικός, με κριτικό μάτι, μπροστά σε ένα πλάσμα εντελώς διαφορετικά από εκείνα που είχε συναντήσει ως τότε. Αμφιβάλλοντας αν «ήταν φυλετικά καθαρή». Επισημαίνοντας ότι «δεν μπορούσε να έχει αξιώσεις τελειότητας». Καταλαβαίνοντας, ενόσω εκείνη του έριχνε τα χαρτιά, ότι «δεν ήταν ούτε κατ' ιδέαν μάγισσα». Και η γυναίκα τού φέρεται σχεδόν σαν επαγγελματίας χαρτορίχτρα, χωρίς να διστάζει να του ρίχνει βλέμματα «βαθύτατης περιφρόνησης» όταν εκείνος δεν παίζει το παιχνίδι με τους δικούς της όρους.
Αντίθετα, στην κοσμαγάπητη «Κάρμεν» του Μπιζέ, την όπερα που βασίζεται στη νουβέλα του Μεριμέ (και στην οποία οφείλει ουσιαστικά η νουβέλα τη δημοτικότητά της), μια Χαμπανέρα είναι αρκετή για να πυροδοτήσει τα αισθήματα, για να φέρει τους δύο ήρωες αντιμέτωπους με το πιο έντονο (και άγριο συχνά) πάθος. Η Κάρμεν εισβάλλει στη σκηνή σαν αγρίμι, σε μια μοναδική έκρηξη αισθησιασμού, χορεύοντας και τραγουδώντας: «Αν δεν με αγαπάς, σε αγαπώ! Και αν σε αγαπώ, φυλάξου από εμένα!». Και ο Ντον Χοσέ στέκεται απέναντί της εκστατικός, μετατρέπεται σε κλάσματα δευτερολέπτου σε έναν άντρα απόλυτα ερωτευμένο, παραδίνεται.
Οπερα που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην πρώτη παρουσίασή της (Οπερά Κομίκ, 3 Μαρτίου 1875) λόγω της τολμηρότητας με την οποία διαπραγματευόταν τον ελεύθερο έρωτα, η «Κάρμεν» κατέκτησε στη συνέχεια μοναδική θέση στην ιστορία του λυρικού μελοδράματος και στις καρδιές των θεατών. Η «δυνατή», ρεαλιστική ερωτική ιστορία του Μεριμέ ευτύχησε στη μετατροπή της σε λυρική τραγωδία: ο Μπιζέ έντυσε το πάθος των ηρώων με μελωδίες υψηλής αισθητικής, οι οποίες όμως ταυτόχρονα ήταν και εύληπτες για το ευρύ κοινό.
Η δική του «Κάρμεν» δεν ήταν άλλη μία εξωπραγματική και υπερβολική ερωτική ιστορία (θέμα που κατ' εξοχήν συναντάμε στο μελόδραμα) αλλά ένας ύμνος στη γυναίκα, στην αγάπη, στο πάθος και, πάνω απ' όλα, στην ελευθερία. Μια μαγική όσο και βίαιη συνάντηση απλών ανθρώπων, η οποία άφηνε στους θεατές τα περιθώρια να ταυτιστούν μαζί τους, να θυμώσουν, να συμπάσχουν... Μια όπερα που γύριζε την πλάτη στα παραμυθοδράματα με τις βασίλισσες, τις μάγισσες, τους ιππότες και τις κυρίες επί των τιμών του παρελθόντος και ύφαινε τον πλούσιο μουσικό καμβά της στα καπνεργοστάσια και στις φτωχογειτονιές της Σεβίλλης, ανεβάζοντας στη σκηνή εργάτες και εργάτριες, απλούς στρατιώτες, ξυπόλυτα παιδιά, χωριάτες και χωριατοπούλες.
Για το αριστούργημα του Μπιζέ έχουν γραφτεί αναλύσεις επί αναλύσεων. Ιδιαίτερα δε για την κεντρική ηρωίδα, η οποία είναι μία από τις πιο σύνθετες φιγούρες του μελοδράματος. Η Κάρμεν είχε χαρακτηριστεί από κάποιους ειδικά κατά τα πρώτα χρόνια της παρουσίασής της πόρνη, γύναιο που αδιαφορεί για τους πάντες και τα πάντα, προκειμένου να κάνει τη ζωή της. Η θριαμβευτική πορεία της στα χρόνια που πέρασαν στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου την απάλλαξε από κάθε ρετσινιά: σήμερα η ηρωίδα των Μεριμέ - Μπιζέ είναι το σύμβολο του ανθρώπου ο οποίος το μόνο που επιθυμεί είναι να ζήσει χωρίς περιορισμούς, χωρίς απαγορεύσεις, ελεύθερος σαν το «oiseau rebelle» της Χαμπανέρας. Είναι ο άνθρωπος που πληρώνει γενναία το κόστος των επιλογών του, όταν στον αγώνα του για να κατακτήσει αυτή την ελευθερία θυσιάζει την ίδια τη ζωή του.
Ρόλος γοητευτικός, πρόκληση για τις πριμαντόνες, η «Κάρμεν» ευτύχησε να τραγουδηθεί από τα μεγαλύτερα ονόματα του αιώνα μας: από την περίφημη Εμα Καλβέ, την Κοντσίτα Σουπερβία, τη Μαίρη Γκάρντεν και την Τζεραλντίν Φαράρ, ως τις Εμπε Στινιάνι, Ρίζε Στίβενς, Κλόε Ελμο, Τζουλιέτα Σιμιονάτο,Μαρία Κάλλας, Κρίστα Λούντβιχ, Ιρίνα Αρχίποβα, Γελένα Ομπρατσόβα, Γκρέις Μπάμπρι, Σίρλεΐ Βερέτ, Τερέζα Μπεργκάνθα και Αγνή Μπάλτσα, οι διάσημες μεσόφωνοι και υψίφωνοι που «αναμετρήθηκαν» με την απαιτητική παρτιτούρα του Μπιζέ έδωσαν διαφορετικές αλλά εξίσου ενδιαφέρουσες ερμηνείες. Πλουσιότατη είναι και η δισκογραφία του έργου με πολλές ζωντανές αλλά και στουντιακές ηχογραφήσεις: η «Κάρμεν» με τη μία ή με την άλλη ερμηνεύτρια είναι ένα έργο που σήμερα βρίσκεται σε όλες σχεδόν τις δισκοθήκες.
ΚΟΣΜΑΣ ΒΙΔΟΣ | Κυριακή 13 Ιουνίου 1999
- λιο στα μαλλιά μου και με πέταξε στο Μαΐστρο... "Και πολλά τα λιόδεντρα που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως κι ελαφρό ν' απλώνεται στον ύπνο σου"...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου